Η εναρξη της ελληνικης επαναστασης στις Παραδουναβιες Ηγεμονιες

Η επίσκεψη της Κλειώς

Στις 22 Φεβρουαρίου 1822 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ο αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας διαβαίνει τον ποταμό Προύθο στη σημερινή Ρουμανία με 2.000 περίπου άνδρες και εισέρχεται στην ηγεμονία της Μολδαβίας. Εκεί προτίθετο να αρχίσει την επανάσταση, στοχεύοντας μάλιστα και στη σύμπραξη όλων των βαλκανικών λαών με τους επαναστατημένους Έλληνες. Κανένα, όμως, άλλο μέλος της Φιλικής Εταιρείας δεν είναι μαζί του και, εν τέλει, η υποστήριξη των ντόπιων ηγεμόνων, των οσποδάρων, καθίσταται αμφίσημη.

Αγνοώντας τους κινδύνους, ο Υψηλάντης κηρύσσει τελικά την επανάσταση στις 24 του Φλεβάρη και εκδίδει 3 προκηρύξεις, τυπωμένες στο τοπικό τυπογραφείο του Μανουήλ Βερνάρδου. Η πρώτη είναι αυτή η οποία ανακοινώνει τον ξεσηκωμό, ο οποίος λαμβάνει χώρα, όπως γράφει, από τη Βουλγαρία μέχρι τον Μοριά και τα νησιά του Αρχιπελάγους. Η δεύτερη έχει τίτλο «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος» και απευθύνεται στο σύνολο των Ελλήνων, ενώ η τρίτη, «Αδελφοί της Εταιρείας των Φιλικών», απευθύνεται στα μέλη της Φιλικής Εταιρείας και τα καλεί στον Αγώνα.

Ο τσάρος της Ρωσίας, Αλέξανδρος Α΄, από τον οποίο οι επαναστάτες περίμεναν υποστήριξη, βρισκόταν στο συνέδριο των κρατών μελών της Ιεράς Συμμαχίας στο Λάιμπαχ, τη σημερινή Λιουμπλιάνα της Σλοβενίας. Εκεί βρισκόταν και ο Ιωάννης Καποδίστριας, ως υπουργός εξωτερικών της Ρωσίας. Αυτός ήταν εκείνος ο οποίος ανέλαβε να συντάξει την καταδίκη της επανάστασης από τον τσάρο. Αυτή διέψευδε τις προσδοκίες των Ελλήνων περί στρατιωτικής υποστήριξης του εγχειρήματός τους από την ομόδοξη χώρα. 

… και λίγο αργότερα κυκλοφόρησε και τρεις επαναστατικές προκηρύξεις, εκ των οποίων η δεύτερη έχει τίτλο «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος», που διασώζεται και μέσω της εφημερίδας «Σάλπιγξ Ελληνική» –εναπόκειται διαδικτυακά στην ψηφιακή βιβλιοθήκη της Βουλής. Όπως διαπιστώνεται και από το απόσπασμα που παρατίθεται, από το φύλλο της 1ης Αυγούστου, ο Υψηλάντης με εμφατικό τόνο τονίζει πως: «Ἡ ὥρα ἦλθεν, ὦ Ἄνδρες Ἕλληνες! Πρὸ πολλοῦ οἱ λαοὶ τῆς Εὐρώπης, πολεμοῦντες ὑπὲρ τῶν ἰδίων Δικαιωμάτων καὶ ἐλευθερίας αὐτῶν, μᾶς ἐπροσκάλουν εἰς μίμησιν, αὐτοί, καίτοι ὁπωσοῦν ἐλεύθεροι, ἐπροσπάθησαν ὅλαις δυνάμεσι νὰ αὐξήσωσι τὴν ἐλευθερίαν, καὶ δι’ αὐτῆς πᾶσαν αὐτῶν τὴν Εὐδαιμονίαν». Με διάχυτο λοιπόν το πνεύμα του Διαφωτισμού, καλεί τους Έλληνες να μιμηθούν τους «φωτισμένους» Ευρωπαίους και να διεκδικήσουν την Ελευθερία τους

Έτσι, στα τέλη του Μάρτη, οι επαναστάτες έλαβαν επιστολή του τσάρου των Ρωσιών, γραμμένη από το χέρι του Κόντε Καποδίστρια, η οποία δήλωνε ότι η Ρωσία, πιστή στο πνεύμα της Ιεράς Συμμαχίας θα παρέμενε ουδέτερη. Ο Καποδίστριας, αναμφίβολα, δεν μπορούσε να πράξει διαφορετικά, γι’ αυτό και αργότερα επέλεξε να παραιτηθεί από τη θέση αυτή, η οποία τον ανάγκαζε να τηρεί αρνητική στάση απέναντι στον ξεσηκωμό των ομοεθνών του.

Ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄, από την άλλη, ήταν πιο αναμενόμενο ότι θα καταδίκαζε την Επανάσταση, είτε επειδή πράγματι συμφωνούσε με αυτό είτε επειδή εξαναγκάστηκε να το κάνει. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Πατριάρχης και ο Σουλτάνος συνεργάζονταν από κοινού, ήδη από τα πρώτα χρόνια μετά την Άλωση του 1453 για τη διακυβέρνηση των υπόδουλων Ελλήνων και την τήρηση της τάξης στο «μιλέτ» των Ορθοδόξων. Έτσι, στα τέλη Μαρτίου, οι επαναστάτες στη Μολδοβλαχία έλαβαν και τον αφορισμό τους από τον Πατριάρχη. Ο Γρηγόριος Ε΄, πάντως, δεν έπεισε τελικά με την όλη στάση του τους Τούρκους για την ευπείθειά του, γι’ αυτό και απαγχονίστηκε στις 22 του Απρίλη.

Όπως κι αν είχε, όμως, οι επαναστάτες δεν είχαν πλέον να περιμένουν βοήθεια από πουθενά. Μέχρι τα τέλη του Απρίλη, ο Υψηλάντης είχε συγκεντρώσει γύρω στις 13.000 άνδρες, αλλά με το άκουσμα της είδησης για τον ερχομό του τουρκικού στρατού απόμειναν περίπου οι μισοί. Ο περίφημος Ιερός Λόχος αριθμούσε περί τα 400-500 μέλη. Ακόμα και ο Ρουμάνος επαναστάτης Θεόδωρος Βλαντιμηρέσκου, ο οποίος είχε υποστηρίξει αρχικά την Επανάσταση τις Ηγεμονίες, εγκατέλειψε το εγχείρημα και συντάχθηκε με τους Τούρκους, με αποτέλεσμα να συλληφθεί από άνδρες του Υψηλάντη και να εκτελεστεί τελικά στα τέλη του Μάη.


Απαγχονισμός του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄, πίνακας αγνώστου ζωγράφου με σαφή επίδραση από αντίστοιχο εικαστικό έργο του Νικηφόρου Λήτρα, που είναι αφιερωμένος στον απαγχονισμό του Πατριάρχη Γρηγόριου Ε΄. Ο Γρηγόριος Ε΄ «δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι συνεργαζόταν από κοινού με τον Σουλτάνο, ήδη από τα πρώτα χρόνια μετά την Άλωση του 1453 για τη διακυβέρνηση των υπόδουλων Ελλήνων και την τήρηση της τάξης στο “μιλέτ” των Ορθοδόξων. [… Παρόλα αυτά] ο Γρηγόριος Ε΄ δεν έπεισε τελικά με την όλη στάση του τους Τούρκους για την ευπείθειά του, γι’ αυτό και απαγχονίστηκε στις 22 του Απρίλη»

Τα υπολείμματα του στρατού του Υψηλάντη συγκρούστηκαν τελικά με τους Τούρκους στο Δραγατσάνι της Βλαχίας στις 7 Ιουνίου, όπου και αποδεκατίστηκαν. Οι εναπομείναντες πολεμιστές διέφυγαν στην Αυστρία μαζί με τον Υψηλάντη. Άλλοι οπλαρχηγοί, όπως ο Γεωργάκης Ολύμπιος και ο Ιωάννης Φαρμάκης διέφυγαν σε ορεινές περιοχές της Μολδαβίας και συνέχισαν τον αγώνα μέχρι τον Σεπτέμβρη. Ο Ολύμπιος ανατινάχθηκε μαζί με τους συντρόφους του στη μονή Σέκκου για να μην πέσει στα χέρια των εχθρών, ενώ ο Φαρμάκης παραδόθηκε στους Τούρκους και εκτελέστηκε.

Αξίζει, τέλος, να σταθούμε στη σύνθεση του στρατού του Υψηλάντη, σύμφωνα με τα στοιχεία τα οποία μας παραδίδει ο Νικολάι Τοντόρωφ σχετικά με τους 1.002 αγωνιστές οι οποίοι πέρασαν τα σύνορα της Βεσσαραβίας και παραδόθηκαν, μετά το πέρας της επανάστασης στη Μολδοβλαχία, στις ρωσικές αρχές. Από τους 1.002, λοιπόν, φυγάδες, Ρωμιοί δήλωσαν μόλις οι 503. Οι υπόλοιποι ανήκουν σε όλες τις εθνότητες των Βαλκανίων, κατά κύριο λόγο, δηλαδή 199 Μολδαβοί, 132 Βούλγαροι, 72 Σέρβοι, 15 Ουκρανοί, 14 Ρώσοι, 9 Βλάχοι και 7 Αλβανοί, και οι υπόλοιποι σε άλλες εθνοτικές ομάδες: 6 Τσιγγάνοι, 4 Ούγγροι, Πολωνοί και Δαλματοί, 3 Γάλλοι, Λιποβάνοι (Ρώσοι αιρετικοί), Οθωμανοί χριστιανοί, Αρναούτες και Εβραίοι, 2 Μαυροβούνιοι, Ιταλοί, Πρώσοι και Βόσνιοι και 1 Σάξονας, Ναπολιτάνος, Ισπανός και Γερμανός. 6 από αυτούς, τέλος, δεν είχαν σαφή εθνικότητα.

Οι αριθμοί αυτοί, τεκμηριώνουν, αν μη τι άλλο, την απήχηση την οποία είχε το παμβαλκανικό όραμα του Ρήγα Βελεστινλή και καταρρίπτουν τον μύθο της αμιγώς «εθνικής» Ελληνικής Επανάστασης.

Τελικά, τίποτε δεν είχε γίνει εις μάτην. Η Επανάσταση μπορεί να είχε αποτύχει στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, είχε καταφέρει όμως να εδραιωθεί εκεί όπου ξέσπασε έναν μήνα σχεδόν μετά: στην Πελοπόννησο. Εκεί θα έμελε να δημιουργηθεί και ο πυρήνας του πρώτου ελληνικού κράτους το 1830.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

—David Brewer, «Η φλόγα της ελευθερίας 1821-1833», Τιτίνα Σπερελάκη (μτφρ.), εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2020.

—Γιώργος Μαργαρίτης, «Ενάντια σε φρούρια και τείχη 1821. Μια  μικρή εισαγωγή για την Ελληνική Επανάσταση», εκδ. Διόπτρα, Αθήνα 2020.

—Γιάννης Μηλιός, «1821: Ιχνηλατώντας το Έθνος, το Κράτος και τη Μεγάλη Ιδέα», εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2020.

—C. M. Woodhouse, «1821 – Ο πόλεμος της ελληνικής ανεξαρτησίας», Γιώργος Καράμπελας (μτφρ.),  εκδ. Παπαδόπουλος, Αθήνα 2020.

*Η Λεύκη Σαραντινού είναι φιλόλογος, ιστορικός και συγγραφέας. Τελευταίο της βιβλίο η ιστορική μελέτη «Μύθοι που έγιναν ιστορία», Εκδόσεις Ενάλιος, Αθήνα 2020.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.