Χριστουγεννα

Του Σπύρου Κιοσσέ*

«Πώς θα ονόμαζες εσύ προσωπικά τα Χριστούγεννα; Δεν εννοώ τους κλασικούς χαρακτηρισμούς, αυτά που βλέπεις σε κάρτες, στολίδια και πινακίδες, “happy”, “merry”, “καλά”, “ευλογημένα”, “χαρούμενα” και τέτοια. Δεν μιλάω για τα γνωστά ευχολόγια. Αν έπρεπε να επιλέξεις ένα επίθετο που να τα προσδιορίζει, ποιο θα ήταν άραγε, κύριε φιλόλογε; Σε τι διαφέρουν από οποιαδήποτε άλλη μέρα του χρόνου; Τι τα καθιστά ιδιαίτερα;». Η ερώτηση του φίλου μου μου ήρθε κάπως απότομη. Ποτέ δεν κάναμε τέτοιες κουβέντες. Δεν ήταν και πολύ της «φιλοσοφίας» ή του ψευδοστοχασμού. Χρόνια συμμαθητές, αν και αυτός στην Τρίτη Λυκείου είχε επιλέξει θετική κατεύθυνση –αυτό σημαίνει ότι εγώ βαδίζω στην αρνητική; γελούσαμε πρωτοετείς στη Θεσσαλονίκη. Πήρε πτυχίο, κάτι με υπολογιστές και επιχειρήσεις, έφυγε για μεταπτυχιακά στην Αγγλία μετά τον στρατό, βρήκε καλοπληρωμένη δουλειά κι έκτοτε έμεινε εκεί. Χαθήκαμε για μερικά χρόνια. Μετά ξαναπιάσαμε το κοινό, σχετικά, νήμα, παρά το αντίστροφο φορτίο των σπουδών μας και τα χιλιάδες χιλιόμετρα μεταξύ μας: γάμος, σπίτια, παιδιά, διαζύγιο, φτου κι απ’ την αρχή. Κι επίσης πολλή δουλειά κι οι δύο. «Εργασιομπεκρήδες», κοροϊδεύαμε τους εαυτούς μας και σηκώναμε τα ποτήρια στις κάμερες, τα λέγαμε κάπου κάπου μέσω Skype, συχνότερα στην τελευταία καραντίνα. Όπως και τώρα, την ημέρα της γιορτής του. «Τι εννοείς, ρε Νίκο;», κέρδιζα χρόνο ζητώντας διευκρινίσεις. «Τι εννοώ; Εννοώ ότι οι μέρες μας, καθημερινές κι αργίες, έχουν χάσει κάθε ίχνος νοήματος. Κάποτε σήμαιναν κάτι. Σήμερα, όμως; Αφεθήκαμε σε ξένους προσδιορισμούς, γεύσεις και χρώματα. Η Coca-Cola έντυσε κόκκινο τον Αη-Βασίλη μας, αμερικάνικα τραγούδια έβαψαν λευκά τα Χριστούγεννά μας, διεθνείς αλυσίδες καταστημάτων έγιναν εγγυητές της γενναιοδωρίας μας, χολιγουντιανές ταινίες συντροφεύουν με προκάτ ερωτικά σενάρια τη μοναξιά μας, τρώμε γαλοπούλα και Christmas pudding, τα παιδιά μας τραγουδούν Jingle Bells. Εγκλωβιστήκαμε σε αλλότρια νοήματα, ρε φίλε. Κι ούτε καν το καταλάβαμε πώς χτιστήκαμε μέσα τους. Άσε που βολευτήκαμε τώρα, δεν είναι καιρός για γκρεμίσματα. Όχι τίποτε άλλο, πού να βρεις τη δύναμη να ξαναχτίσεις μετά. Πού τα υλικά …». Δεν απάντησα, ρητορική ήταν η ερώτηση εξάλλου, τον άφησα για λίγο να μονολογεί, του ευχήθηκα ξανά για τ’ όνομα κι έκλεισα τον υπολογιστή. Μέχρι να πέσω για ύπνο, όμως, κι όλη την άλλη μέρα, δεν μπορούσα να ησυχάσω. Μου είχε κολλήσει στο μυαλό να βρω ένα επίθετο για τα Χριστούγεννά μου. Έστω ένα. Άνοιξα λεξικά, ξετρύπωσα γλωσσάρια συνωνύμων, επίθετο που να με ικανοποιεί δεν βρήκα. Κι ύστερα είπα, γιατί να περιοριστώ σε επίθετα; Κι έπιασα τα ουσιαστικά. Κι εκεί ήταν που άρχισα να εντοπίζω κάποια. Μερικά συγκεκριμένα. Το ένα έφερνε το άλλο, λέξη τη λέξη, άρχισαν να σχηματίζονται εικόνες παλιές, θαμπές, κομμάτια ξεχασμένου παζλ: παιδιά στους δρόμους, εύχονται καλήν εσπέραν σε άρχοντες προσφυγικής γειτονιάς με φθαρμένες ρόμπες και μπαλωμένα παντελόνια· δίφραγκα, τάλιρα και δεκάρικα κουδουνίζουν στις τσέπες, πολύτιμος μποναμάς· λίγα κάστανα ψήνονται σ’ αλουμινόχαρτο πάνω στη σόμπα· σαραγλί και κανταΐφ ετοιμάζονται, τυρόπιτα με νόμισμα ήδη έτοιμη για το βράδυ της παραμονής –δεν δοκιμάζουμε, όμως, ακόμη, να κοινωνήσουμε πρώτα. Κι έπειτα από τα συγκεκριμένα ουσιαστικά, εντόπισα και καναδυό αφηρημένα. Να, όπως απαντοχή. Όπως προσμονή. Μια παιδιάστικη, αφελής, ευκολόπιστη, όπως θες πες το, ελπίδα ότι, δεν μπορεί, κάτι καλύτερο μας περιμένει στη στροφή του δρόμου. Ότι μετά το πιο βαθύ σκοτάδι, θα ξημερώσει λαμπρό καινούργιο φως. Τόσο καιρό νηστεία, θα καταλύσουμε επιτέλους της αγάπης αρτύματα. Κι ίσως αυτό να είναι το νόημά μου, ένα απολύτως υποκειμενικό κι αυθαίρετο νόημα, που ονοματίζει τα δικά μου Χριστούγεννα. Κι ας είναι χωμένο στ’ αποφόρια τής παιδικής μου ηλικίας. Κι ας αρνείται να βγει από κει, να ντυθεί φανταχτερά χρώματα, να δοκιμάσει νέες γεύσεις, να ψιθυρίσει γλυκερές μελωδίες, να ευχηθεί season’s greetings και merry X-mas. Πεισματικά θα συνεχίζει να εύχεται «σπολλάτη»!

*Ο Σπύρος Κιοσσές κατάγεται από την Κοµοτηνή. Διδάσκει, ως Ε.ΔΙ.Π., Νεοελληνική Λογοτεχνία και Δηµιουργική Γραφή στο Τµήµα Ελληνικής Φιλολογίας του Δηµοκρίτειου Πανεπιστηµίου Θράκης. Είναι συγγραφέας του βιβλίου «Εισαγωγή στη δηµιουργική ανάγνωση και γραφή του πεζού λόγου: Η συµβολή της αφηγηµατολογίας» (Κριτική, Αθήνα 2018) και της ποιητικής συλλογής «Το κάτω κάτω της γραφής» (Μελάνι, Αθήνα 2018), καθώς και συν-συγγραφέας με την Ελένη Χατζημαυρουδή του βιβλίου «Η λογοτεχνία στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση – Ερμηνευτική, κριτική και δημιουργική προσέγγιση των λογοτεχνικών κειμένων» (Κριτική, Αθήνα 2020). Επιστηµονικά, κριτικά και λογοτεχνικά δηµοσιεύµατά του έχουν φιλοξενηθεί στον περιοδικό και ηµερήσιο τύπο.   

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.