Αργυρω Μαργαριτη «Ραφτρα»: Ενα ιστορικο μυθιστορημα με χωρο δρασης τη Θρακη

Tης Γεωργίας Ντεμίρη*

Από τις εκδόσεις «Ψυχογιός» κυκλοφορεί το νέο μυθιστόρημα της Αργυρώς Μαργαρίτη η «Ράφτρα» (2020), το οποίο διαδραματίζεται στα μαγικά μέρη της Θράκης μας. Συγκεκριμένα, το ανά χείρας βιβλίο αποτελείται από 424 σελίδες και ακροβατεί μεταξύ ιστορικού μυθιστορήματος και μυθοπλασίας προς την κατεύθυνση του παραμυθιού με έναν άρτιο  και μοναδικό τρόπο. Σ’ αυτό φυσικά βοηθάει τι άλλο; όπως αναγγέλεται ήδη από τον τίτλο το ένδυμα. Αυτό το δημιούργημα που τόσο μοιάζει με την γραφή αποτελεί στοιχείο λαογραφίας, φαντασιακή συγκάλυψη, ρόλος, μέρος του προσωπείου αλλά και του ήθους, της εποχής και της καταγωγής. Η «Ράφτρα» λοιπόν, όχι απλώς «ντύνει» την πλοκή, αλλά και «ξε-ντύνει» την πραγματική ιστορία πίσω απ’ αυτή.

Ένα παραμύθι… ανατρεπτικό

Θράκη, 1895-1913. Στη μαγική πόλη της Ξάνθης, σπουδαίες μοδίστρες με ασημένιες δαχτυλήθρες ντύναν τις Θράσσες με την τελευταία λέξη της μόδας. Κι ολόγυρα καπνοχώραφα με το χρυσόφυλλο φυτό που γέμιζε παράδες τους καπνέμπορους. Αρχοντικά με ζωγραφισμένα ταβάνια, το βουνό με τους θρύλους… Θα μπορούσε να είναι όμορφη η ζωή, αν δε σπέρνανε φωτιά οι κομιτατζήδες. Στα πλούσια αρχοντόσπιτα, στα ταπεινά πετρόχτιστα του Σαμακώβ, σε ένα παράξενο μοναστήρι, ράβουν και ξηλώνουν τη ζωή τους τα πρόσωπα αυτής της ιστορίας.

Ένα μυθιστόρημα που θα μπορούσε να είναι παραμύθι ανατρεπτικό, με αρχοντόπουλα, κυράδες και θεριά που ράβουν τα πάθη, τους έρωτες, τα μυστικά και τις προδοσίες με γερές βελονιές πάνω στη ζωή τους. Εκεί στη Θράκη: Ξάνθη, Γενί Κιοΐ, Ντεντέαγατς, Γκιουμουλτζίνα, Αντριανού…

Τα πρόσωπα της ιστορίας

Η ιστορία της ράφτρας διαδραματίζεται  στην ευρύτερη περιοχή της Δυτικής Θράκης στους ταραγμένους καιρούς του 1900. Μέσα στο μυθιστόρημα βρισκόμαστε στα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας αλλά και της βουλγαρικής κατοχής. Εκείνη την εποχή υπήρχε μεγάλος πλούτος στη Θράκη, λόγω της άριστης ποιότητας του διάσημου καπνού της σ’ όλο τον κόσμο.

Η πρωταγωνίστρια Κεραστώ έμεινε ορφανή από πολύ μικρή, καθώς οι Βούλγαροι κάψανε ολόκληρο το χωριό της και σκότωσαν τους γονείς της. Η ίδια είναι ιδιαιτέρως δυναμική –σωστό αγρίμι– που έχει πλέον ως σπιτικό της ένα μισογκρεμισμένο μοναστήρι, ως μανάδες της γυναίκες βατεμένες και ως πατρίδα της το μαγικό βουνό, τη Ροδόπη.  Θέλει να διασώσει ένα πανάκι, τη μοναδική της κληρονομιά, γι’ αυτό και πρέπει να μάθει να πατά βελονιές. Εκείνη την εποχή πράγματι στα μικρά χωριά της Θράκης, οι μανάδες φοβούμενες μη χαθούν από το λεπίδι των κομιτατζήδων κεντούσαν ονόματα και χρονολογίες και τις έραβαν στο κατασάρκι των παιδιών τους ώστε αυτά να μη χάσουν τις ρίζες τους. Η Κεραστώ όμως, έραψε πάνω στην καρδιά της τάματα και υποσχέσεις βαριές, κι όταν εκείνος ο άντρας μπήκε στη σπηλιά της δε θα γινόταν να τον υποτάξει με τις χάρες του θηλυκού, γιατί είχε ξυρίσει το κεφάλι, είχε βάλει φούμο στα μούτρα και αυτός την νόμιζε αγόρι.

Από τις πρώτες κιόλας σελίδες αντιλαμβανόμαστε την ανυπακοή και το εκρηκτικό της ηρωίδας, η οποία μοιάζει να κινεί τα ηνία του δικού της παραμυθιού: «Η Κεραστώ χάζευε τα ράσα που τα φούσκωνε ο αέρας, έτοιμα να πετάξουν, και τότε είχε την υπέροχη ιδέα να ντύσει μ’ αυτά τις ξεραμένες αραποσιτιές που στέκανε κουρασμένα απομεινάρια. Της πήρε ώρα να ξεκρεμάσει τα πανιά, να τα φορέσει στα νεκρά φυτά και να καμαρώσει το έργο της. Τα τσιριχτά της Λεμονιάς μαζί με τις απειλές της Μπαλασής ανάγκασαν το παιδί να το βάλει στα πόδια. Όμως την είχαν περικυκλώσει. Ούτε έξω μπορούσε να βγει ούτε να σκαρφαλώσει στην τεράστια βαλανιδιά. Σαν τις κατσαρίδες, οι μαυροντυμένες αδερφές την κυνηγούσαν κραδαίνοντας βίτσες, η Κεραστώ μπήκε μέσα στο μισογκρεμισμένο κτίριο, έφτασε λαχανιασμένη στην κουζίνα, σύρθηκε κάτω από τη γούρνα, πίσω από κιούπια και τεράστιες άσχημες χύτρες, και, στην προσπάθεια να γίνει αόρατη, στριμώχτηκε, πίεσε τον πέτρινο τοίχο. Θαρρούσε πως χώθηκε σε παραμύθι, το τοιχάκι υποχώρησε, με το που είδε το παιδί να εμφανίζεται το άνοιγμα, σύρθηκε και εξαφανίστηκε».

O Μήτσος Γιαβάσογλου είναι αντάρτης και καπνέμπορος. Μεγάλο του πάθος είναι ο καπνός και μεγάλο του όνειρο η λευτεριά της Θράκης. Όταν λαβώθηκε σε κείνο το αλισβερίσι με τους λαθρέμπορες, νόμιζε πως η πληγή του θα κλείσει γρήγορα. Μα εκείνη η ράφτρα τού πάτησε βαριές βελονίες με το ασημένιο της βελόνι και τον σακάτεψε.

Η πρώτη και καθοριστική συνάντηση των δύο πρωταγωνιστών διαδραματίζεται μέσα σε μία σπηλιά. Eκεί γεννιέται και ο έρωτας της Κεραστώς για τον Μήτσο, δυο χαρακτήρων ολοκληρωμένων που ο καθένας κρύβει τη δική του ιστορία. Ένα βιβλίο που τονίζει πόσο σημαντικό ήταν εκείνη την εποχή να έχει μυηθεί κάποιος στη τέχνη της ραπτικής αλλά και πόσο καίριο να προσπεράσει κανείς τα εμπόδια των μεγάλων παθών, όπως είναι ο έρωτας και η ζήλια.

Αργυρώ Μαργαρίτη «Το ομορφότερο ταξίδι στον χρόνο γίνεται με όχημα ένα ιστορικό μυθιστόρημα»

H Αργυρώ Μαργαρίτη  στην εισαγωγή του βιβλίου της δίνει πολλές χρήσιμες πληροφορίες για την αρχική ιδέα αλλά και για την κατηγορία του ιστορικού μυθιστορήματος: «Όταν αποφάσισα να γράψω την ιστορία της μικρής ράφτρας, στο μυαλό μου είχα ένα κορίτσι που ήθελε να μάθει να ράβει για να διασώσει την κεντημένη της ταυτότητα. Είχα τον σπόρο, τώρα έπρεπε να βρω το χώμα που θα τον φυτέψω. Επέλεξα την Ξάνθη του 1900 γιατί με γοήτευσε η ιστορία της Παλιάς Πόλης, τα περίτεχνα αρχοντικά με τα ζωγραφισμένα ταβάνια, η μυρωδιά του μπασμά, η λεπτοδουλειά από τις ξακουστές μοδίστρες, το γραφικό Σαμακώβ, ο Κόσυνθος, η Ροδόπη με τους ντερέδες και τους ορφικούς θρύλους. Ο Μήτσος και η Κεραστώ στήσαν τις ζωές τους στην Ξάνθη, στο Γενί Κιοΐ, στο Ντεντέαγατς, στην Αντριανού κι εγώ έτρεχα ξοπίσω τους στα παζάρια, στα καπνοχώραφα, άκουσα θρακιώτικα παραμύθια, δοκίμασα φαγητά, τραγούδησα, ξαφνιάστηκα με το μοναδικό γλωσσικό ιδίωμα, είδα χωριά καίγονται, εκκλησίες ρημαγμένες. Αντάρτες να πολεμούν τους κομιτατζήδες, θαύμασα και δάκρυσα και θύμωσα πολύ, γιατί δε γνώριζα παρά μόνο επιφανειακά την ιστορία της Θράκης.

Το ομορφότερο ταξίδι στον χρόνο γίνεται με όχημα ένα ιστορικό μυθιστόρημα. Γνωρίζοντας την ιστορία του τόπου, μπορούμε να κατανοήσουμε τη συμπεριφορά και τις αντιδράσεις των ηρώων ενός τέτοιου μυθιστορήματος. Η Θράκη λοιπόν, με το γόνιμο χώμα και τα παραμυθένια βουνά της, κατοικήθηκε σε αρχέγονους καιρούς από διάφορα πελασγικά φύλα, τους Ήδωνες, τους Οδρύσες τους Κίκονες, που λάτρεψαν τον Διόνυσο, μυήθηκαν στα Καβείρια Μυστήρια, εξευμενίστηκαν από τη λύρα του Ορφέα.

Εκείνο που με πόνεσε και ήθελα να το περάσω, να το «ράψω» εδώ, είναι η Βουλγαρική Εξαρχία, οι κομιτατζήδες και η φρίκη ενός βρόμικου σχεδίου των υποτιθέμενων φιλικών Δυνάμεων αλλά και η αδιαφορία της ήδη απελευθερωμένης πατρίδας. Καθώς έψαχνα την ετυμολογία της λέξης Θραξ, μέσα στη σκέψη μου γραφόταν η λέξη Θώραξ. Κι αυτό μου ταιριάζει πολύ. Ένας Θώρακας αυτή η γη που προστατεύει τους πνεύμονες για την ανάσα και την καρδιά για τη ζωή».

Ευχαριστήριες συναντήσεις

Κατά τις ευχαριστίες του βιβλίου συναντήσαμε μια ευχάριστη έκπληξη που μαρτυρά αφενός τη σχέση των ανθρώπων με τον τόπο τους, και αφετέρου την παραδοχή πως οι άνθρωποι αποτελούν την ιστορία του τόπου. Αναφέρει η συγγραφέας μεταξύ άλλων: «Ένα τεράστιο ευχαριστώ στην κυρία Πηνελόπη Καμπάκη-Βουγιουκλή, καθηγήτρια Εφαρμοσμένης Γλωσσολογίας, Κοσμήτορα της Σχολής Κλασικών και Ανθρωπιστικών Σπουδών στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Με βοήθησε ουσιαστικά σχετικά με το ιδιόρρυθμο γλωσσικό ιδίωμα. Ευχαριστώ θερμά την κυρία Νάντια Μαχά, επίκουρη καθηγήτρια Λαογραφίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, που μου εξήγησε λεπτομερώς τον ενδυματολογικό κώδικα, τα υφάσματα, τα σχέδια. Την αγαπημένη φίλη κυρία Γόνη Βλαχοπούλου, πρόεδρο του Συλλόγου Μικρασιατών Ξάνθης “Αλησμόνητες Πατρίδες”, καθώς και την κυρία Αφεντία, που μου στείλανε όλα αυτά τα όμορφα ονόματα που έδωσα στις γυναίκες του μυθιστορήματος, τον τρόπο κατασκευής της βυζάστρας και άλλα πολλά».

Παρατηρούμε λοιπόν, πως  το συγκεκριμένο βιβλίο είναι ένα προϊόν και αποτέλεσμα συλλογικό και πως εμείς στη Θράκη έχουμε τη χαρά να περιτριγυριζόμαστε μόνο από τέτοιους «ιστορικούς» ανθρώπους.

«Η ράφτρα» Αργυρώ Μαργαρίτη

Η Αργυρώ Μαργαρίτη γεννήθηκε στη Νέα Ιωνία. Μεγάλωσε σε μια προσφυγική γειτονιά, τότε που το παιχνίδι στους δρόμους ήταν τρόπος ζωής. Σπούδασε γαλλική και ελληνική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, έκανε μεταπτυχιακό στη Σορβόννη, παρακολούθησε μαθήματα γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο της Μπεζανσόν, ιστορία της τέχνης στο Γαλλικό Ινστιτούτο και συμμετείχε για δύο χρόνια στα διεθνή προγράμματα Lingua. Εργάστηκε ως εκπαιδευτικός στο Πειραματικό Λύκειο Αναβρύτων και τα τρία τελευταία χρόνια στο Ελληνικό Σχολείο των Βρυξελλών. Έχει εκδώσει πέντε βιβλία, έχει επιμεληθεί δύο ντοκιμαντέρ και έχει γράψει τηλεοπτικά σενάρια. Aπό τις εκδόσεις «Ψυχογιός» κυκλοφορούν τα μυθιστορήματά της «Γέρση – Είσαι το κόκκινο στο αίμα μου» (2017) και «Vinsanto – To κρασί της λάβας» (2014).

*Η Γεωργία Ντεμίρη είναι φιλόλογος και διδακτορική φοιτήτρια στο ΤΕΦ/ΔΠΘ.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.