Ενας ξεχασμενος ραφτης της Μεσσουνης και το παντελονι του νταη Ιαννη

Του Τάσου Γιοβανούδη

Στις αρχές της δεκαετίας του πενήντα, πολλά νέα παιδιά της Μεσσούνης, ήταν μαθητευόμενοι, σε μαστόρους-τεχνίτες, καλφάδες όπως τους λέγανε.

Μετά από αρκετό διάστημα μαθητείας, σε κάποιο ραφείο της Κομοτηνής, ο Μήτσιος σ΄ Βαλκάνους, θεώρησε ότι ήταν έτοιμος και καλός μάστορας. Αγόρασε τη ραπτική μηχανή, το τραπέζι, το σίδερο, τα ψαλίδια, τη μεζούρα, δαχτυλήθρες, κουβαρίστρες, μασουράκια, βελονάκια, τα υπόλοιπα εφόδια και εργαλεία και μετέτρεψε ένα δωμάτιο του πατρικού του σπιτιού, σε ραφείο. Δεν γνωρίζουμε αν πήρε την έγκριση του μάστορά του, «κοπτική και ραπτική», όπως έλεγαν τότε.

Από τους πρώτους πελάτες  ο θείος του, ο νταής Ιάννης.  Αγόρασε το ύφασμα, πήγε στο σπίτι του ανεψιού του, όπου τον υποδέχθηκαν ο Ιάντσιους και η Βαλκάνου, περήφανοι για τον νεαρό ράφτη τους, όπου σε λίγο, πήρε με προσοχή και λεπτομέρεια, τα μέτρα του θείου του για το παντελόνι, ο Μήτσιος. Μέση, περιφέρεια, μάκρος από το ζωνάρι, μάκρος από το καβάλο και τον ρώτησε με νόημα, δεξιός είναι ή αριστερός, που τα σημείωσε πάνω στο ύφασμα με το άσπρο σαπουνάκι.

Πέρασαν λίγες μέρες, ετοιμάσθηκε το παντελόνι, το πήρε ο νταής Ιάννης, πλήρωσε την αμοιβή στον ανιψιό και την Κυριακή το πρωί φόρεσε το καινούργιο παντελόνι, να πάει στην εκκλησία και μετά στο καφενείο του παπά Μάρου.

Το παντελόνι έστρωσε καλά στη μέση, καλό το φάρδος, στα μπατζάκια όμως; το ένα το μπατζάκι φθάνει κανονικά στον αστράγαλο, αλλά το άλλο είναι πέντε δάχτυλα κοντότερο.

Λάθος, σκέφθηκε, ότι έκανε ο ανιψιός μου, καινούργιος μάστορας είναι, θα πάω να το δει και να το διορθώσει. Φορά το παλιό παντελόνι, παίρνει υπομάσχαλα το καινούργιο και μια και δυο, βρήκε στο σπίτι τον ανεψιό του.

-Βρε Μήτσιου, είπε, του ένα του μπατζιάκ΄  είνι πουλύ κουντό, να του διορθώσουμι.
-Τί λες  ε νταή Ιάννη, ιγώ του επανώτσα (επανώτισα), όταν τόκοψα. Του πουδάρς είνι κουντό.

Είπε και ελάλησε, ο Μήτσιος.  Ήταν τόσο σίγουρος για την δουλειά του, που δεν καταδέχθηκε να ξαναπιάσει στο χέρι και να ξαναδεί το παντελόνι, παρά τα παρακάλια, το θυμό, το αγρίεμα και το βρισίδι του θείου του.

Δεν είναι γνωστό τι έγινε τελικά. Διορθώθηκε και πού το παντελόνι ή ήταν πραγματικά κοντό το ένα πόδι του μπάρμπα Γιάννη. Πάντως σε όλα τα προηγούμενα και τα επόμενα παντελόνια του και τα δύο μπατζάκια έφθαναν στο αστράγαλο των ποδιών του και όταν περπατούσε καμαρωτός δεν κούτσαινε.

Ο Μήτσιος ο Καρβουντζής, όπως ήταν πιο γνωστός, μακρινός μας ξάδελφος, έζησε με αξιοπρέπεια και νοικοκυροσύνη. Έγινε σωστός οικογενειάρχης και καλός ψάλτης. Εξυπηρέτησε από το στασίδι της Αγίας Τριάδας Μεσσούνης πολλά χρόνια το χωριό.

Ήταν αγαπητός και όλοι τον μνημονεύουν ως, «Μήτσιος ο Ψάλτης».

Σα ράφτη όμως, μάλλον ελάχιστοι τον θυμούνται, ανάμεσά τους και εγώ.

Σημείωση: Η φωτογραφία είναι από το φωτογραφικό αρχείο της παιδικής φίλης και συμμαθήτριας Χρύσας Δραγανίδου, μέσα στο ιστορικό καφενείο τους, « Η νέα ζωή» του «Ντραγκάν(η)», παρέα οι δύο  Μήτσιδες,  ο «Ψάλτης», με τα γυαλιά και δίπλα του  ο καφετζής.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.