«Ωρα ΠΑΣΟΚ»

Του Σίμου Ανδρονίδη*

Πριν από λίγες ημέρες, ο συγγραφέας Χρήστος Χωμενίδης, με ένα ενδιαφέρον άρθρο του που δημοσιεύθηκε στην ενημερωτική ιστοσελίδα “Capital.gr,” επιχειρηματολόγησε σχετικά με την δυνατότητα πολιτικής ανασύστασης του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος (ΠΑΣΟΚ), διανθίζοντας τον λόγο που αρθρώνει με πινελιές χιούμορ ώστε το διακύβευμα του άρθρου να καταστεί περισσότερο εύληπτο.

Στην ανάλυση του, ο Χρήστος Χωμενίδης, αναφέρεται σε «Ώρα ΠΑΣΟΚ», προβαίνοντας σε πολιτικοϊδεολογική έγκληση του συγκεκριμένου χώρου υπό το πρίσμα μίας ιδιαίτερης αντιστροφής.

Εάν το ΠΑΣΟΚ την περίοδο της Μεταπολίτευσης έχει συνδεθεί με τη καθυστερημένη ώρα έναρξης κομματικής συνεδριάσεων, κάτι που ώθησε στο να δοθεί, πολιτικά-δημοσιογραφικά ένα άμεσο «επίχρισμα» χρόνου στις διεργασίες του φορέα, με την περιώνυμη ώρα ΠΑΣΟΚ να μην καθίσταται παρά τμήμα της Μεταπολιτευτικής παρουσίας και ιστορικότητας του κόμματος, τότε, ο συγγραφέας του κειμένου υιοθετεί τον χαρακτηρισμό, δίδοντας του τα επι-γενόμενα χαρακτηριστικά της ευκαιρίας ή αλλιώς, της δυνατότητας εν τω μέσω μίας ‘φορτισμένης’ συγκυρίας.
Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε πως σε αυτό το πλαίσιο το κόμμα που κυριάρχησε πολιτικά για μεγάλο χρονικό διάστημα την περίοδο της Μεταπολίτευσης, προβάλλει ως ‘τέκνο της ανάγκης,’ για να παραπέμψουμε στον ποιητικό λόγο του Κώστα Βάρναλη, στο χώρο μεταξύ της Νέας Δημοκρατίας και του κόμματος του Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ), που εν προκειμένω διακρίνεται για την αναπαραγωγή σειράς αντιφάσεων και αντινομιών και για την απουσία συνεκτικού πολιτικού στίγματος που θα μπορεί να μεταπλάσει πολιτικοϊδεολογικές αφηγήσεις στην έκφραση μίας κοινωνικοπολιτικής στρατηγικής ως προς την παρουσία της χώρας στην περίοδο της μετα-νεωτερικότητας και στο διεθνή καταμερισμό δυνάμεων.

Ας παρακολουθήσουμε τον συλλογισμό του που δεν αφήνει εκτός και το κυβερνών κόμμα της Νέας Δημοκρατίας: «Ανεμομαζώματα, διαβολοσκορπίσματα, θα πείτε. Προφανώς. Όταν, το 2011, ασπάζεσαι τον πιο μπρούτο λαϊκισμό και καβαλάς το κύμα της “Αγανάκτησης”… Όταν μονάκριβή σου προσδοκία και μόνη συνεκτική ουσία των γκρουπούσκουλων από τα οποία απαρτίστηκες αποτελεί η εξουσία… Επόμενο είναι να τσακιστείς στα βράχια. Ας μη μιλάμε ωστόσο άλλο για τον ΣΥΡΙΖΑ. Ούτε ιατροδικαστές είμαστε ούτε το μεγαλείο του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές διαθέτουμε, ώστε να ξαναγράψουμε το αριστουργηματικό “Χρονικό ενός Προαναγγελθέντος Θανάτου”. Ας επιστρέψουμε στην αρχική διαπίστωση. Μας αξίζει μια σοβαρή, συγκροτημένη, αξιόπιστη αντιπολίτευση. Αξίζει στην κυβέρνηση, η οποία ελλείψει αντιπάλου νοιώθει παντοδύναμη, φλερτάρει που και που με μία απατηλή αίσθηση μεγαλείου, πανηγυρίζει τα αυτογκόλ του ΣΥΡΙΖΑ σαν δικά της επιτεύγματα. Αξίζει στον πρωθυπουργό. Όσο γειωμένος και αν είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, το διαρκές λιβανιστήρι των υποστηρικτών του κινδυνεύει -αργά ή γρήγορα- να του θολώσει το βλέμμα».1  

Σε αυτό το πλαίσιο, θεωρούμε πως το όλο ζήτημα της ανα-πλαισίωσης  του ΠΑΣΟΚ, λαμβάνει ένα πολιτικό-ιδεολογικό και προγραμματικό περιεχόμενο, και όχι απλά χωροταξικό, όντας χώρος που κινείται μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ΠΑΣΟΚ ως ίδιος πολιτικός χώρος εξακολουθεί να υφίσταται, καθώς αποτελεί τμήμα και δη το μεγαλύτερο τμήμα  του εν ευρεία εννοία Σοσιαλδημοκρατικού εγχειρήματος που έχει λάβει την επωνυμία «Κίνημα Αλλαγής», δίχως το δεύτερο να αποτελεί το «άχαρο παρατσούκλι» του ΠΑΣΟΚ.2

Ο συγγραφέας θέτει το όλο ζήτημα εντός του πλαισίου μίας εμπρόθετης και σε ένα δεύτερο επίπεδο «καθαρής» αναφοράς και ύπαρξης του ΠΑΣΟΚ στο εγχώριο κομματικό-πολιτικό σύστημα, νοηματοδοτώντας την «Ώρα ΠΑΣΟΚ» ως δυνητική «ώρα» επιστροφής του κόμματος σε κεντρική πολιτική θέση, προσθέτοντας πολιτικά, στην όλη συζήτηση που έχει εκκινήσει να αναπαράγεται στη δημόσια σφαίρα περί ΠΑΣΟΚ.

Άλλοτε αυτή η συζήτηση αναμειγνύεται με νοσταλγικές αναφορές του τύπου «πόσο καλύτερα ήταν τα πράγματα επί ΠΑΣΟΚ» (ζήτημα το οποίο υπόγεια θέτει ο Χρήστος Χωμενίδης), ορίζοντας με έναν ιδιαίτερα εκφραστικό τρόπο την αντίστιξη του κοινωνικού και κυβερνητικού ΠΑΣΟΚ από τα κόμματα που έχουν ασκήσει κυβερνητική εξουσία και κύρια την Νέα Δημοκρατία και τον ΣΥΡΙΖΑ, και άλλοτε σπεύδει να αναδείξει αφηγήσεις που αναδεικνύουν το φαινόμενο «ΠΑΣΟΚ» και το πώς αυτό (πολιτική συσσωμάτωση) κατάφερε την περίοδο της Μεταπολίτευσης να εναρμονίσει κοινωνικές προσδοκίες και «βιό-κοσμους» με πολιτικά και κυβερνητικά διακυβεύματα, παράγοντας τους όρους του διττού πλέγματος «συμπόρευσης» και «συν-ταύτισης». Κάτι που την περίοδο της ύστερης Μεταπολίτευσης, εκφράσθηκε στις οριακά κρινόμενες βουλευτικές εκλογές του 2000.

Η όλη συζήτηση δεν εξαντλείται στη θέση που παροντικά λαμβάνει το ΠΑΣΟΚ εντός του «Κινήματος Αλλαγής», αλλά, δύναται να αναδείξει τις παραμέτρους εκείνες που συμβάλλουν, όχι μόνο σε μία διαδικασία «μνημονικοποίησης» του ΠΑΣΟΚ, διαδικασία που ενέχει μοτίβα και όρους απεύθυνσης σε νεότερες ηλικίες που βίωσαν το ΠΑΣΟΚ της βαθιάς οικονομικής-πολιτικής κρίσης, το ΠΑΣΟΚ που από τμήμα του πολιτικού συστήματος και του πολιτικού-δημοσιογραφικού λόγου αναπαρίσταται ως κόμμα ιστορικής-πολιτικής και κυβερνητικής «ενοχής»3 για την κρίση, αλλά και στην ανάδυση μίας ευρύτερης αίσθησης παρουσίας και «διαπάλης» στο επίπεδο των ιδεών και του προγραμματικού λόγου.

Ακόμη και εντός του «Κινήματος Αλλαγής», επίδικο καθίσταται και παραμένει η πολιτική του λειτουργία ως “key-factor”, ως ενός «παίκτη-κλειδί» δηλαδή, που λαμβάνει και ανταποκρίνεται σε κοινωνικά, πολιτικά και διεθνικά ερεθίσματα, που διεκδικεί κοινωνικό χώρο από την Νέα Δημοκρατία της εστίασης στην πολιτική που τείνει στο «το μέσο είναι το μήνυμα» και από τον ΣΥΡΙΖΑ που τρέφεται ακόμη από το φαντασιακό της «μη ευθύνης» του.

Υπό αυτό το πρίσμα, οι ουσιώδεις κοινωνικές-ταξικές απευθύνσεις και η διεκδίκηση συγκρότησης μίας κοινωνικής συμμαχίας πλειοψηφικής φοράς, οφείλουν να αποτελέσουν συστατικό τμήμα της συγχρονικής και Πασοκικής πολιτικής ταυτότητας, σημασιοδοτώντας την άρθρωση ενός πολιτικού λόγου «γενικής λήψης» (ψηφιοποίηση-ποιότητα Δημοκρατίας), για να παραπέμψουμε στον Ευάγγελο Βενιζέλο και στην ανάλυση του για το «ανοιχτό κόμμα»4,  και επιδιώκοντας την συναρμογή-συνάρθρωση μεταξύ της μη ακραίας «πολιτικοποίησης» της ιστορίας του, και της αμφισβήτησης και υπέρβασης της αντίληψης που θέλει το κόμμα να επιβιώνει ακόμη και ως δραστικό «ίχνος»5 σε άλλους χώρους όπως είναι η Νέα Δημοκρατίας και ο ΣΥΡΙΖΑ.

Διότι, το ΠΑΣΟΚ, υπήρξε κάτι περισσότερο από δραστικό «ίχνος» στο κομματικό-πολιτικό γίγνεσθαι, όντας πολιτικός δρώντας που δεν όρισε μοναδικό αυτό, την Μεταπολίτευση, αλλά, αντιθέτως, της προσέδιδε περιεχόμενο. Ενώπιον κομμάτων που δεν αναγνωρίζουν εμπράκτως την έννοια «κρίση», η «Ώρα ΠΑΣΟΚ», δύναται να είναι στιγμή επίγνωσης, συλλογικού αυτο-προσδιορισμού και ευκαιρία παραγωγής «δημόσιας πολιτικής»,6 κατά την έκφραση του Αντώνη Μακρυδημήτρη, εκεί όπου το πολιτικό στοιχείο δεν είναι αυτο-αναφορικό. Ο «Πασοκτζής» δεν δύναται να είναι μόνο  ο «Κιναλίτης» του παρόντος, αλλά και ο συν-δημιουργός ενός υποδείγματος «Πασοκικότητας»: Πώς προσδιορίζει τον εαυτό του εν σχέσει με τους άλλους, πώς λαμβάνει θέση ενώπιον της διαδικασίας «Μεσογειοποίησης (βλέπε την ασκούμενη εξωτερική πολιτική) και εξευρωπαϊσμού» που βιώνει η χώρα;

*Ο Σίμος Ανδρονίδης είναι υποψήφιος διδάκτωρ στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ

  1. Βλέπε σχετικά, Χωμενίδης Χρήστος, «Ώρα ΠΑΣΟΚ», Ενημερωτική ιστοσελίδα ‘Capital.gr,’ 12/10/2020, https://www.capital.gr/xristos-xomenidis/3487074/ora-pasok ,Ορθώς ο Χρήστος Χωμενίδης, ασκεί κριτική στο πρωτοσέλιδο της ‘Κυριακάτικης Αυγής,’ που εν προκειμένω, προσιδιάζει προς τον άξονα αναφοράς ενός ιδιαίτερου πολιτικού εκλεκτικισμού που θεωρεί την διαπάλη ενάντια στο νεο-ναζισμό ως εκ προοιμίου υπόθεση της Αριστεράς, προσδιορίζοντας, απλοϊκά και άστοχα, την θεωρούμενη ως «συμπόρευση» της Νέας Δημοκρατίας με την Χρυσή Αυγή όπως ‘ενσαρκώνεται’ στο πρωτοσέλιδο που δεικνύει τους δύο θεωρούμενους ως «πρωταίτιους»: Τον Αντώνη Σαμαρά, πρώην πρόεδρο του κόμματος και πρωθυπουργό και τον νυν πρωθυπουργό και επικεφαλής της Νέας Δημοκρατίας, Κυριάκο Μητσοτάκη.
  2. Βλέπε σχετικά, Χωμενίδης Χρήστος, «Ώρα ΠΑΣΟΚ…» ό.π.
  3. Από την όλη προσέγγιση δεν εξέλιπαν τελετουργικές συνδηλώσεις, εκεί όπου η «ενοχή» και δη η Μεταπολιτευτική «ενοχή» ενός κόμματος-«φυτωρίου» πελατειακών σχέσεων, εδύνατο να συμπληρωθεί από την έννοια της ‘κάθαρσης’: Η ‘πτώση’ και η ‘καταβαράθρωση’ του ΠΑΣΟΚ, υπήρξε το σημείο-κλειδί ως ένδειξη επιχειρούμενης ‘κάθαρσης,’ με τις εσωτερικές πολιτικές και ιδεολογικές διεργασίες, το κυβερνητικό υπόβαθρο, τις τομές που επήλθαν σε διάφορους τομείς από το κυβερνητικό ΠΑΣΟΚ  να τείνουν στην παραγνώριση έως διαγραφή τους.
  4. Βλέπε σχετικά, Βενιζέλος Ευάγγελος, «Το «ανοιχτό κόμμα» ως απάντηση στην κρίση του κομματικού φαινομένου,’ στο: Τσάτσος Δημήτρης & Κοντιάδης Ξενοφών, (επιμ.), «Το μέλλον των πολιτικών κομμάτων», Κέντρο Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου/ Ίδρυμα Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου, Εκδόσεις Παπαζήσης, Αθήνα, 2003, σελ. 33.
  5. Αυτό που ο δημοσιογράφος της εφημερίδας «Τα Νέα», Γιώργος Παπαχρήστος ορίζει ως «όλα είναι ΠΑΣΟΚ.»
  6. Βλέπε σχετικά, Μακρυδημήτρης Αντώνης, «Κόμμα-Διοίκηση-Πολιτική: Ζητήματα Διακυβέρνησης στη σύγχρονη Δημοκρατία», στο: Τσάτσος Δημήτρης & Κοντιάδης Ξενοφών, (επιμ.), «Το μέλλον των πολιτικών κομμάτων…» ό.π., σελ. 73.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.