«Να μην υπαρξει αλλη Ελενη»

Μένουν ακόμη πολλά αναπάντητα ερωτήματα μετά το αποτρόπαιο έγκλημα στη Ρόδο

Διαδρομή Αλεξανδρούπολη – Διδυμότειχο. Από το παράθυρο του αυτοκινήτου κοιτούσα τις καλλιέργειες με τα ηλιοτρόπια που έλαμπαν κάτω από τον ήλιο. Σκεφτόμουν πως το ίδιο θέαμα θα έβλεπε κάθε φορά και η Ελένη Τοπαλούδη σε αυτήν τη μακρόσυρτη ευθεία του γυρισμού στο σπίτι μέσα από τους αγρούς της Θράκης. Η φοιτήτρια είχε αεροπορικά εισιτήρια επιστροφής από τη Ρόδο στις 11 Δεκεμβρίου του 2018. Δεν πρόλαβε να ταξιδέψει. Στις 28 Νοεμβρίου, το άψυχο σώμα της βρέθηκε να επιπλέει στους Πεύκους, κοντά στη Λίνδο. Ηταν ένα έγκλημα που συγκλόνισε για τη βιαιότητά του. Μια δίκη που απασχόλησε την κοινή γνώμη όσο λίγες στο παρελθόν. Δύο νεαροί δράστες που καταδικάστηκαν σε ισόβια κάθειρξη «συν 15 χρόνια». Και δυο γονείς που στάθηκαν με απίστευτη αξιοπρέπεια στην τραγωδία που τους βρήκε.

Ο πατέρας της μας περίμενε όρθιος στο μπαλκόνι. Η ψηλή αναγνωρίσιμη φιγούρα έγνεφε για να μας δώσει οδηγίες να βρούμε την πολυκατοικία. Και η μάνα της, μαυροντυμένη, εξουθενωμένη από το πένθος, ήταν στην πόρτα του δια-μερίσματος. Το σαλόνι είχε θέα στη μεγάλη εκκλησία του Διδυμοτείχου, την Παναγία την Ελευθερώτρια. Ομως το βλέμμα σταματούσε πιο πριν. Φωτογραφίες της Ελένης από τη βάπτισή της, φωτογραφίες από το δημοτικό και το γυμνάσιο, φωτογραφίες με το χαμόγελο της πρώτης νιότης, φωτογραφίες με τον μικρό της αδελφό, τον Πέτρο. Ολες συγκεντρωμένες δίπλα στο παράθυρο, σαν εικονοστάσι μαζί με σκίτσα, ποιήματα και εικόνες αγίων.

Τα άλλα ερωτήματα

Τα ερωτήματα του εγκλήματος έχουν απαντηθεί. Μένουν όμως άλλα, εξίσου σημαντικά. Πόσοι εν δυνάμει θύτες υπάρχουν σε επαρχιακά μέρη όπου ανθεί η τοπική ομερτά στη βίαιη συμπεριφορά νεαρών; Πόσοι βιασμοί μένουν ατιμώρητοι γιατί τα θύματα είναι ανήλικες, αλλοδαπές, τουρίστριες, γυναίκες με θέματα αναπηρίας; Γιατί το 2020 το πρότυπο του νταή γίνεται ακόμα αποδεκτό στο σχολείο ή το πανεπιστήμιο, όπως φάνηκε και από την περίπτωση του αδικοχαμένου Βαγγέλη Γιακουμάκη; Σειρά από ερωτήσεις που οδηγούν σε μία ακόμα: Ο βιασμός και ο θάνατος της Ελένης Τοπαλούδη μας έδωσε μια διαυγή εικόνα για τη θέση της γυναίκας στην ελληνική κοινωνία. Είμαστε διατεθειμένοι να αλλάξουμε τα πράγματα ή θα εξακολουθούμε να ακούμε πως το θύμα προκαλεί τον βιασμό του;

Καθίσαμε στο τραπέζι με τους γονείς, που επέμεναν πρώτα να ξεκουραστούμε και να δροσιστούμε και μετά να ξεκινήσουμε. «Πώς είσαστε;» ψιθύρισα. «Οσο περνάει ο καιρός χειρότερα» λέει η Κούλα Τοπαλούδη. «Τώρα νιώθω την απώλεια, καταλαβαίνω ότι δεν θα την ξαναδώ. Και αυτό πονάει πάρα πολύ. Ενας πόνος καθημερινός, αβάσταχτος και τυραννικός. Δεν μπορώ να το διαχειριστώ, να δεχθώ ότι έχασα το παιδί μου με αυτόν τον αποτρόπαιο, βάρβαρο τρόπο. Πολλές φορές κάθε ημέρα το μυαλό μου είναι σ’ αυτήν τη σκηνή που την πήρε ο Λουτσάι και την πήγε σε αυτό το σπίτι-κολαστήριο στους Πεύκους. Σχηματίζω εικόνες από αυτά που μάθαμε μέσα από τη δικογραφία για το τι πέρασε. Ταυτίζομαι με τον πόνο της, με τις κραυγές της. Eχω πολλά αναπάντητα γιατί. Για 3,5 ώρες μπορούσαν να τη σώσουν. Και δεν έκαναν τίποτε. Και αποφάσισαν για τη ζωή της Ελένης, χωρίς την Ελένη και χωρίς εμάς».

Ανάβει τσιγάρο. «Δεν πήραν υπόψη πως πίσω από την Ελένη κρύβονται γονείς. Μια μάνα που τη μεγάλωσε από βρέφος και την έκανε δύο μέτρα κοπελάρα. Από την ώρα που την ένιωσα μέσα στο κορμί μου, ασχολήθηκα μαζί της με νανουρίσματα, με κλασική μουσική, με κείμενα αρχαία. Είχα μανία με το αρχαίο κείμενο, από την εφηβική μου ηλικία σαν μαθήτρια του κλασικού. Και δεν ήμουν και μικρή, ήμουν 34 χρόνων όταν την γέννησα. Ηταν μια συνειδητή γέννα, ήξερα δηλαδή τι ήθελα από αυτό το ανθρωπάκι που έφερνα στην ζωή. Την αγάπησα πιο πάνω από κάθε τι. Τώρα δεν έχω τίποτα. Μόνο αναμνήσεις, φωτογραφίες και τα πράγματά της. Και προσπαθώ με τα μάτια της ψυχής μου να την ονειρευτώ. Και αυτό είναι μια ψευδαίσθηση. Παρακαλώ να έρθει στον ύπνο μου εδώ και 18-19 μήνες, δεν ήρθε ποτέ».

Η νύχτα είναι φοβερή, μεγάλος καημός Δεν μπορώ να κοιμηθώ και έρχομαι εδώ πάντα στην τραπεζαρία και γράφω. Και προσπαθώ μέσα από το γράψιμο που είναι ψυχοθεραπευτικό να πάρω απαντήσεις. Ρωτάω, απαντάω εγώ για λογαριασμό της Ελένης. Και περιμένω πότε θα ξημερώσει. Μπαίνω, βγαίνω, μπαλκόνι-τραπεζαρία, μπαλκόνι-έξω, λουλούδια, παρτέρια, ουρανός, κάθε νύχτα, αυτό το ίδιο. Σε τίποτα δεν διαφέρει το ένα βράδυ από το άλλο. Από την πρώτη στιγμή που συνέβη μέχρι και εχθές έτσι θα πάει η ζωή μου».

«Σπάνια θα υπάρξει βραδιά που θα κοιμηθούμε εντάξει», λέει ο Γιάννης Τοπαλούδης. «Μόλις σκέφτομαι τι πέρασε το κορίτσι μου, τι πέρασε το παιδί μας αυτές τις τελευταίες στιγμές αυτομάτως ξυπνάω. Αυτό έρχεται στο μυαλό μας, όπως και η τελευταία εικόνα όταν πήγε ο Αλβανός και την πήρε κάτω από το σπίτι της. Αυτή η τελευταία ζωντανή εικόνα της. Και πιστεύω πως κάθε γονιός αν είχε κάτι τέτοιο να αντιμετωπίσει θα βασανιζόταν κάθε βράδυ με αυτούς τους εφιάλτες».

Το δίλημμα

Αναρωτήθηκα αν μετάνιωσαν για το ότι μεγάλωσαν την κόρη τους με τόση καλοσύνη. Εκπαιδευτικοί και οι δύο στο επάγγελμα, φαίνονται από την πρώτη στιγμή άνθρωποι τρυφεροί και καλοπροαίρετοι. «Αυτό είναι ένα δίλημμα, πολλές φορές το σκέφτηκα» απαντά η Κούλα. «Λέω μήπως έκανα κακό που παρουσίαζα τους ανθρώπους καλούς; Η πολλή αγάπη που της δώσαμε, η αίσθηση ότι γύρω της υπάρχει καλοσύνη των ανθρώπων; Αυτό υπάρχει και μέσα από τη ζωή μας, αυτό της δείξαμε, ότι εμπιστευόμαστε τους ανθρώπους, ότι αγαπάμε, δεν κοροϊδεύουμε, συμβιβαζόμαστε με το διαφορετικό». Για να συμπληρώσει: «Η Ελένη ήξερε πράγματα, ήξερε ότι δεν είναι τόσο αγγελικά πλασμένος όλος ο κόσμος». Ο πατέρας της πήρε τον λόγο: «Ο ρόλος του γονιού είναι να μιλάει στο παιδί για τις κακοτοπιές. Αλλά όμως δεν μπορείς να του πεις: “Κοίταξε αυτόν που θα κάνεις παρέα μπορεί και να είναι δολοφόνος”. Δεν μπορείς να το πεις αυτό διότι δεν θα ήμασταν κοινωνία ανθρώπων, θα ήμασταν ζούγκλα. Υπάρχουν τέρατα γύρω μας που είναι ντυμένα με άλλη προβιά καλοπροαίρετη, επιφανειακή, δεν μπορεί εύκολα να τα διακρίνει δυστυχώς κάποιο παιδί της ηλικίας των 20 ετών. Αυτά τα άτομα πάντα και παντού θα υπάρχουν. Πρέπει όμως εμείς ως κοινωνία, ως γονείς, ως σχολείο να μαθαίνουμε τα παιδιά μας να γίνονται κακοπροαίρετα; Να βλέπουν ένα ποτήρι μισοάδειο και όχι μισογεμάτο; Εμείς πάντα και την Ελένη και το δεύτερο παιδί μας, τον Πέτρο, τον συμβουλεύουμε να βλέπει το ποτήρι μισογεμάτο. Με την έννοια ότι πρέπει να προσέχει μεν αλλά να κάνει φιλίες, να σέβεται τους διπλανούς του, να σέβεται το διαφορετικό».

«Γονιός είναι πολλά πράγματα, ο πιο δύσκολος ρόλος»

Σε πολλές από τις συνεντεύξεις τους, η Κούλα και ο Γιάννης Τοπαλούδης στρέφονται εναντίον των γονιών των δραστών. Εξακολουθούν και τώρα να το λένε δίχως περιστροφές: «Αυτοί ήταν οι δολοφόνοι. Αυτοί πρώτοι δολοφόνησαν τα παιδιά τους και στη συνέχεια αυτά τα τέρατα που έσπειραν, δολοφόνησαν το δικό μου το παιδί που δεν τους έφταιξε σε τίποτα. Η Ελένη ένα παιδί που θα ήθελε κάθε ελληνική οικογένεια να το έχει, ένα καλό κορίτσι, δοτικό, φιλότιμο, αξιαγάπητο, ναζιάρικο, αγαπιότανε. Εβγαζε από το στόμα της την μπουκιά να στη δώσει αν δεν είχες», λέει η Κούλα συνεχίζοντας: «Ο πατέρας του Κούκουρα, αυτός ο υποτίθεται ευυπόληπτος πολίτης… Δεν έβλεπε την βία που είχε το παιδί του; Επτά σχολεία άλλαξε και σχολείο δεν τελείωσε. Συνεχώς δημιουργούσε προβλήματα. Ο πατέρας έλεγε πως ο γιος του στοχοποιείται, τον έχουν βάλει στο κέντρο οι δάσκαλοι και οι καθηγητές, ποτέ δεν παραδεχόταν τη βίαιη συμπεριφορά του γιου του. Ηταν ένα παιδί που εμφανιζόταν με κλομπ, με σουγιάδες, με μηχανές. Ο γονιός “αγρόν ηγόρασε”. Η μάνα του, δε, ούτε καν ασχολήθηκε συνειδητά και υπεύθυνα με το μεγάλωμα του γιου της. Γιατί η βία και η επιθετική συμπεριφορά και στο σπίτι εκδηλώνονται, όχι μόνο στον χώρο του σχολείου. Αλλά εγώ έχω πρόβλημα με τους γονείς του Λουτσάι. Γιατί από τη γειτονιά τους οι άνθρωποι έλεγαν ότι βροντούσε τις πόρτες και οι φωνές τους ακούγονταν στα πεζοδρόμια. Συνεννοήθηκε με τον Κούκουρα, να την πάνε εκεί στους Πεύκους να τη βιάσουν και επειδή αρνήθηκε, το όχι της το πλήρωσε με θάνατο».

«Το ίδιο θα έκαναν και στο άλλο κοριτσάκι με τα αναπηρικά προβλήματα που πήγε να βιάσει ο Λουτσάι τέσσερις μέρες μετά τον θάνατο της Ελένης αν αυτό είχε αρνηθεί και αντιδράσει. Είμαι σίγουρος», δηλώνει ο πατέρας. «Στο δικαστήριο λέω στον πατέρα του Κούκουρα: “Καλά εδώ άλλαξε τόσα σχολεία, σου είπαν οι δάσκαλοι οι καθηγητές τόσα, εσύ γιατί δεν πήγες τον γιο σου σε κάποιον ειδικό και έκανες τέτοια ζημιά, την κόρη μου την έστειλε ο γιος σου στο χώμα και ο γιος σου καταστράφηκε και τώρα πάει στη φυλακή. Ποιος είναι ο υπεύθυνος;”. Δεν είπε τίποτα φυσικά. Για να γίνει κάποιος γονιός, δεν πάει να πει σπέρνω εγώ ένα παιδί στην κοιλιά της γυναίκας μου. Γονιός είναι πολλά πράγματα που δυστυχώς οι περισσότεροι από εμάς δεν αντιλαμβανόμαστε τη δυσκολία του ρόλου. Και η μαγική λέξη είναι μία, τόσο απλή αλλά συνάμα τόσο σύνθετη: έμπρακτη αγάπη, αγάπη δεν σημαίνει όμως παίρνω και δίνω λεφτά. Ετσι το καταστρέφεις το παιδί, το πετάς στον Καιάδα».

Ο ίδιος ανατρέχει στον τρόπο που μεγάλωσε την κόρη του: «Στην Ελένη δεν αγοράζαμε μόνο άπειρα βιβλία, θέλαμε να έχει παραστάσεις. Την πήγαμε στην Αθήνα πόσες φορές, την πήγαμε στο Πολυτεχνείο να αφήσει εκεί ένα λουλούδι, στην Ακρόπολη, στο Μουσείο, στον Παρθενώνα, εννοείται σε θέατρα και τα ίδια κάναμε και στον Πέτρο μας. Ηδη είναι 14 ετών· τρεις φορές πήγε στην Ακρόπολη, τρεις φορές πήγε στο Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος, πόσες φορές πήγαμε στο θέατρο», λένε οι γονείς.

Εμφανίζεται ο μικρός γιος για να μας χαιρετήσει. Παρότι μαθητής γυμνασίου, ο Πέτρος έχει φτάσει στο μπόι τον πατέρα του. Πηγαίνουμε και στο δωμάτιο της Ελένης. Σε μια βιβλιοθήκη στον τοίχο είναι στριμωγμένα τα κουκλάκια και τα λούτρινα ζωάκια της. Τέτοια είχε και στο υπνοδωμάτιό της στη Ρόδο. Στο σαλόνι παρατηρώ και δύο ακόμα φωτογραφίες: η μητέρα της Κούλας και ο πατέρας του Γιάννη πέθαναν πριν από λίγο καιρό. Η πίεση που δέχθηκαν η οικογένεια και ο συγγενικός κύκλος ήταν τρομερή.

Να μην κάνουμε ότι δεν βλέπουμε, να μιλάμε…

Δάσκαλος ο Γιάννης Τοπαλούδης και νηπιαγωγός η σύζυγός του, θεωρούν ότι ευθύνη για τους δράστες δεν φέρουν μόνον οι γονείς τους, αλλά και οι καθηγητές τους: «Για μένα ηθικοί αυτουργοί και φταίχτες είναι κατ’ αρχάς και οι ίδιοι οι καθηγητές του Κούκουρα. Γιατί δεν έκανε μια επιστολή ο γυμνασιάρχης, ο λυκειάρχης του να πει ότι “αντιμετωπίζω αυτό το φοβερό πρόβλημα που κινδυνεύουν οι υπόλοιποι μαθητές”; Ανέχονται μια κατάσταση. Δεν είναι έτσι όμως. Οταν συνέβη το έγκλημα, είπαν οι καθηγητές του: Δεν μας προκάλεσε έκπληξη, το περιμέναμε».

Ο πατέρας της Ελένης μιλάει και για τον ρόλο της τοπικής κοινωνίας στη Ρόδο: «Οχι μόνον οι καθηγητές, αλλά και από τον περίγυρο ήξεραν τι μπουμπούκια ήταν. Ηξεραν ότι αυτοί οι δύο θα έκαναν κάποια στιγμή κάτι βαρύτερο. Και όντως όταν τους έπιασαν είπαν εκεί στη Ρόδο: “Α, το περιμέναμε από αυτούς”. Και εγώ ρωτάω: Αφού το περιμένατε γιατί δεν κάνατε κάτι γι’ αυτά εδώ τα παιδιά, είτε να πάνε σε κάποιον φορέα είτε να πάνε σε κάποιο ίδρυμα να συνετιστούν με κάποιον ψυχολόγο, ψυχίατρο, τέλος πάντων, κάπως να βοηθηθούν; Και αν δεν μπορούσαν να θεραπευτούν με κάποιον τρόπο ψυχιατρικό, έπρεπε να γίνει ένας εγκλεισμός τους για να γλιτώσουμε, για να γλιτώσει το παιδί μας. Ενδεχομένως, αν δεν ήταν η Ελένη –εγώ αυτό το πιστεύω ακράδαντα– σίγουρα θα έφτανε μεθαύριο ή ύστερα από καιρό κάποιο άλλο παιδάκι να είναι στη θέση της».

Διαβάστε την συνέχεια ΕΔΩ στο www.kathimerini.gr

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.