Ο ρατσισμος ως «ομαλοτητα»

Γνώμη του Θανάση Βασιλείου

Παρακολουθώντας τα γεγονότα μετά τη δολοφονία του 46χρονου Τζορτζ Φλόιντ, μπορούμε να επισημάνουμε ορισμένα σημεία.

Πρώτον, το συμβάν ήταν ένας από τους πολλούς κρίκους της αλυσίδας αυθαιρεσιών των αστυνομικών αρχών με θύματα Αφροαμερικανούς και Λατινοαμερικανούς.

Δεύτερον, η κατηγορία κατά του αστυνομικού για τη δολοφονία του Φλόιντ δεν κατεύνασε την οργή στις κοινότητες των Αφροαμερικανών.

Τρίτον, η αντίδραση με καταστολή του Αμερικανού προέδρου με «χιλιάδες βαριά οπλισμένους στρατιώτες και αστυνομικούς στην Ουάσινγκτον για να ανακτηθεί ο έλεγχος της κατάστασης», πυροδότησε ντόμινο διαμαρτυριών, εξεγέρσεων και βίας σε ολόκληρη την Αμερική και τον κόσμο.

Τέλος, η χώρα εμφανίζεται βαθιά ρηγματωμένη και οπισθοδρομούσα.

Γιατί γίνονται όλα αυτά; Γιατί ο πρόεδρος αντιλαμβάνεται τον ρατσισμό ως κοινωνική «ομαλότητα», ενώ αποδεικνύεται το αντίθετο. Γιατί κυβερνάει τη χώρα σαν να είναι η εταιρεία του. Γιατί, μέρα με τη μέρα, κάνει την Αμερική μικρότερη και τους Αμερικανούς φτωχότερους. Γιατί λοιδορεί τις επιστήμες και τις κοινωνιολογικές θεωρίες που γεννήθηκαν στην Αμερική από φωτισμένους πανεπιστημιακούς και ερευνητές των κοινωνικών επιστημών των εκεί Πανεπιστημίων. Όλα αυτά τα χλευάζει. Είναι περιττά για τον πρόεδρο Τραμπ.

«Λεηλατούμε, γιατί εσείς πρώτοι, οι κυβερνώντες και οι ισχυροί, μας διδάξατε την αξία της λεηλασίας», άκουσα να λέει μια ακτιβίστρια. Μα αυτό ήταν το πόρισμα του συντηρητικού κοινωνιολόγου Ρόμπερτ Μέρτον πριν από 50 χρόνια για την παραβατική προσαρμογή, όταν ο κοινωνικός σκοπός ήταν να γίνουν όλοι καλοί καταναλωτές και φορολογούμενοι, δίχως να εξασφαλίζονται τα μέσα για την επίτευξή του. Η θεωρία της κοινωνικής ετικέτας –επίσης από τις ΗΠΑ ερχόμενη‒ αυτή τη στιγμή αποτυπώνει ανάγλυφα το αποτέλεσμα των διακρίσεων, των αποκλεισμών και των πεποιθήσεων ότι «οι μαύροι έχουν έμφυτη ροπή προς την τεμπελιά και το έγκλημα».

Συμπεράσματα; Μόνο αν δούμε σε βάθος γιατί δεν λειτουργεί πλέον ούτε το μοντέλο της πολυπολιτισμικότητας ούτε το μοντέλο του χωνευτηρίου (melting pot) στις ΗΠΑ. Μία αιτία συνδέεται με την προαίρεση των «καλών ανθρώπων» να συλλέγουν πεταλούδες και να μην ανακατεύουν πολιτικά «αυτά τα πράγματα». Αυτή η στάση δείχνει ότι λείπουν πολλά για να ξεπεραστούν οι κοινωνικές προκαταλήψεις και οι αποκλεισμοί. Μια άλλη αιτία συνδέεται με την παραδοχή ότι οι προκαταλήψεις και οι αποκλεισμοί δεν είναι απότοκα μόνον των απροκάλυπτων και βίαιων μορφών δημόσιου ρατσισμού. Πρέπει να αντιμετωπιστεί ο λανθάνων, ο υποδερμικός ρατσισμός. Τα δύο παραπάνω, μαζί, οδηγούν σε μία γενική αρχή που λέει ότι δεν φτάνει να είναι ανεκτική μια κοινωνία. Η κοινωνία θα πρέπει να είναι θεσμικά αντιρατσιστική.

Έχουμε μιλήσει κατ΄ επανάληψη για τον θεσμικό ή τον δομικό ρατσισμό. Μακροημέρευσε κανονικότατα σε όλες τις όψεις των σχέσεων ειδικά στις ΗΠΑ από την εποχή της Ρόζα Παρκς και τα θυελλώδη κινήματα πολιτικών δικαιωμάτων, αντιρατσισμού, ισονομίας ως όνειρο του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ του 1960. Η πρόσφατη περίοδος Ομπάμα ήταν –ας το πούμε έτσι‒ ένα ηθικό πλυντήριο της αμερικανικής κοινωνικής τάξης πραγμάτων. Ο Μπαράκ και η Μισέλ φέρθηκαν περισσότερο σαν συστημικοί «λευκοί»-μαύροι. Ο ρατσισμός κυκλοφορούσε λιγότερο ως απροκάλυπτη εχθρότητα και περισσότερο ως συγκεκαλυμμένη μορφή με αποτέλεσμα να φαντάζει ως κοινωνικά αποδεκτή μορφή «ομαλότητας».

Μέσω αυτής της μακρόχρονης διαδικασίας έμεινε στο τραπέζι ασυμπλήρωτο ένα τεράστιο παζλ. Σε αυτό το παζλ «το δικό μου» ‒το «Τhank you president Τrump» (!) που αυτο-τουιτάρει ο πρόεδρος κάνει τα εξής. Οριοθετεί το «κανονικό» και «αυτονόητο εμείς». Επικυρώνει την πολιτισμική και κοινωνική υπεροχή αλλά και το προβάδισμά του σε σχέση με τον δυνάμει επίβουλο «κατώτερο» και «ξένο». Καθαγιάζει, τέλος, τη νομιμοποίησή του κραδαίνοντας συμβολικά τη «Βίβλο» σε θρησκόληπτους εξεγερμένους.

Η στροφή προς τα πίσω (το turn back), φαίνεται ήδη από το γεγονός ότι ξαναβλέπουμε το εξηντάχρονο διατακτικό ‒τη σκιά του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ τόσο αρχετυπική, άρα σημερινή, καίτοι διόλου «σύγχρονη». Στην «Επιστολή από τη φυλακή του Μπέρμιγχαμ» στις 16 Απριλίου του 1963, έγραφε: « [… ] Η αδικία σε μια πόλη συνιστά απειλή για τη δικαιοσύνη παντού. Είμαστε παγιδευμένοι σε ένα αναπόφευκτο δίκτυο αμοιβαιότητας, δεμένοι στο κοινό πεπρωμένο. Ό,τι επηρεάζει κάποιον άμεσα, επηρεάζει τους πάντες έμμεσα. Ποτέ ξανά δεν θα μπορούμε να ζήσουμε με την επαρχιώτικη ιδέα της «απειλής των ξένων». Όποιος ζει εδώ δεν μπορεί να θεωρηθεί ξένος οπουδήποτε μέσα στη χώρα». Όμως, τα σταφύλια της οργής κουβεντιάζονται ξανά σήμερα, μαζί με την υπόμνηση που εξηγεί την πολιτική ανυπακοή: «Ξέρουμε από την οδυνηρή εμπειρία μας ότι η ελευθερία δεν θα μας δοθεί ποτέ εθελοντικά από τον καταπιεστή. Θα πρέπει να ζητηθεί από τους καταπιεσμένους».

Πηγή: efsyn.gr

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.