Στο σεναριο του… τρομου και η εκλογη της Ουρσουλα φον ντερ Λαιεν

Ή η δημοκρατία της Γερμανικής Ευρώπης
«Μπορεί ένας πολιτικός, η καγκελάριος Μέρκελ δηλαδή, να διχάζεται σε τέτοιο βαθμό ώστε ενώ ποινικοποιεί τον φασισμό και τον ναζισμό στη χώρα της να τον χρησιμοποιεί ανενδοίαστα για την προώθηση των συμφερόντων της χωρίς να αποτελεί συστατικό στοιχείο της ιδεολογικής της  αντίληψης;»

Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν δικαιολογώντας την ισχνότατη πλειοψηφία με την οποία εξελέγη στην ηγεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Κομισιόν) από το Ευρωκοινοβούλιο, ισχυρίστηκε ότι «μια πλειοψηφία δεν παύει να είναι πλειοψηφία στην πολιτική». Όμως δεν έχει σημασία το περιεχόμενο αυτής της πλειοψηφίας; Ποιοι έδωσαν τη δυνατότητα στην Άγκελα Μέρκελ να χειραγωγεί μέσω της εκλεχτής της το σημαντικότερο όργανο της ΕΕ; Διότι η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, επί έξι χρόνια υπουργός Άμυνας της Γερμανίας, ελέγχεται για οικονομικές ατασθαλίες αλλά και για λογοκλοπή στην εκπόνηση του διδακτορικού της,  ενώ η θητεία της στο υπουργείο αξιολογήθηκε ως εντελώς αποτυχημένη. Μπορεί με όσα της προσάπτουν Γερμανοί χριστιανοδημοκράτες και σοσιαλδημοκράτες να ηγηθεί της Κομισιόν  ή μήπως επελέγη λόγω των αδυναμιών της ώστε να αποτελεί απλό φερέφωνο των γερμανικών συμφερόντων;

Το χειρότερο όμως είναι ότι εκλέχθηκε με την οριακή πλειοψηφία των εννέα εδρών στηριζόμενη σε ψήφους αντιευρωπαϊκών και ακροδεξιών ευρωβουλευτών.  Έγραφε συγκεκριμένα το ινστιτούτο ευρωπαϊκής πολιτικής Euro Intelligence για την εκλογή της: «Βρισκόμαστε στο σενάριο του τρόμου… Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν εξελέγη με τη βοήθεια του πολωνικού PiS, του Φιντέζ του Βίκτορ Όρμπαν και των 5 Αστέρων του Μπέπε Γκρίλο. Αν οποιοδήποτε από τα τρία αυτά κόμματα είχε ψηφίσει όχι, δεν θα έφτανε στον στόχο των 374 ψήφων». Όμως το ίδιο απαξιωτικό για την εκλογή της και τους πρωταγωνιστές του παρασκηνίου που προηγήθηκε, είναι το γεγονός ότι για να εκλεγεί παρακάμφθηκε ο νεοπαγής δημοκρατικός θεσμός Spitetzen – Kandidaten με βάση τον οποίο η εκλογή του προέδρου της Κομισιόν γίνεται μεταξύ των υποψηφίων προέδρων, όπως ο Μάνφρεντ Βέμπερ, ο Φρανς Τίτερμανς, ο Γκι Φερχόφσταντ, η Μαργκρέτε Βεστάγκερ, κ.α. στους οποίους δεν συμπεριλαμβάνονταν η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν; Ήταν δηλαδή ένα πραξικόπημα. Μάλιστα ενώ στη διάρκεια της διαδικασίας εκλογής εμφανίστηκε ως επικρατέστερη επιλογή αυτή του σοσιαλιστή  Φρανς Τίτερμανς, α’ αντιπροέδρου της Κομισιόν μέχρι τότε, επιστρατεύθηκαν τα ανατολικά κράτη που διαφώνησαν με την εκλογή του διότι ήταν υπέρμαχος της προσφυγικής πολιτικής, ενώ για την εκλογή της νέας προέδρου επιστρατεύθηκαν πάλι τα ανατολικά κράτη με την ψήφο τους, αποδεικνύοντας για ποιους λόγους έγινε η ένταξή τους στην ΕΕ με τη διεύρυνση του 2004. Δηλαδή για να μεθοδευτεί η εκλογή στο αξίωμα της προέδρου της συγκεκριμένης πολιτικού αξιοποιήθηκαν δύο φορές τα ανατολικά κράτη σε αντιφατικούς ρόλους, τη μια φορά ακυρώνοντας την εκλογή του Φρανς Τίτερμανς ανοίγοντας τον δρόμο στην Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και τη δεύτερη εκλέγοντάς την με την ψήφο τους. Έτσι, ενώ η Γερμανία και άλλα ισχυρά κράτη της ΕΕ εκφράζουν με κάθε αφορμή τις δήθεν ανησυχίες τους για την άνοδο του ευρωσκεπτισμού, της ακροδεξιάς και της δύναμης των ναζιστικών μορφωμάτων στην Ευρώπη, όπως αποκάλυψε η εκλογή της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, δεν διστάζουν να επιστρατεύουν αυτές τις δυνάμεις για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους. Αυτό το συμπέρασμα αφορά βέβαια και τον πρόεδρο Μακρόν, τον αυτοπροβαλλόμενο ως μεταρρυθμιστή της Ευρωζώνης και της ΕΕ, ο οποίος στο πλαίσιο της συναλλαγής του με την καγκελάριο για την τοποθέτηση της Κριστίν Λαγκάρντ επικεφαλής της ΕΚΤ αποδέχθηκε την εκλογή της ντερ Λάιεν στην Κομισιόν με ακροδεξιές και αντιευρωπαϊκές ψήφους. Εκείνο δηλαδή που απροκάλυπτα προωθείται στην ΕΕ είναι η κυριαρχία των δύο ισχυρότερων κρατών, η οποία προφανώς δεν μπορεί να επιτευχθεί με σεβασμό στις δημοκρατικές αρχές.

Όμως, δεν είναι η πρώτη φορά που η Γερμανία απέδειξε ότι η πολιτική της δεν έχει ηθικούς φραγμούς και όρια όταν πρόκειται να προωθήσει τα στενά της συμφέροντα. Αδιάψευστο παράδειγμα η αξιοποίηση  της ουκρανικής κρίσης. Η ανοχή της Γερμανίας τότε απέναντι στον ένοπλο φασιστικό «Δεξιό Τομέα» και το εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα «Σβόμποντα», που είχε ως σήμα παραλλαγή της σβάστικας, η συμμετοχή του τότε ΥΠΕΞ Γκίντο Βεστέβερλε στις διαδηλώσεις της πλατείας Μεϊντάν εναντίον της νόμιμης πολιτειακής εξουσίας(!), οι συναντήσεις της καγκελαρίου στο Βερολίνο με τους επίδοξους ανατροπείς της νόμιμης εξουσίας του Κιέβου, και εν τέλει η αποδοχή ενός πραξικοπηματικού καθεστώτος με έντονες φασιστικές αποχρώσεις μετά τη φυγάδευση του Γιαννουκόβιτς, είχαν θέσει εύλογα ερωτήματα: Μπορεί ένας πολιτικός, η καγκελάριος Μέρκελ δηλαδή, να διχάζεται σε τέτοιο βαθμό ώστε ενώ ποινικοποιεί τον φασισμό και τον ναζισμό στη χώρα της να τον χρησιμοποιεί ανενδοίαστα για την προώθηση των συμφερόντων της χωρίς να αποτελεί συστατικό στοιχείο της ιδεολογικής της  αντίληψης; Μπορεί να εμφανίζεται ως δημοκράτης και να υιοθετεί φασιστικές πρακτικές, όπως συνέβη π.χ. στην Ουκρανία ή να συμμαχεί με ακροδεξιές δυνάμεις όπως συνέβη με την εκλογή της ντερ Λάιεν; Πόση υποκρισία εμπεριέχει η ανησυχία της καγκελαρίου για την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη, όταν αξιοποιεί τις πλέον ακραίες εκφάνσεις της για την επίτευξη των επιδιώξεών της; Ποιο μπορεί λοιπόν να είναι το μέλλον της δημοκρατίας στα όρια μιας Γερμανικής Ευρώπης;

Αλεξανδρούπολη, 20-7-2019

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.