Point of View: Seated

Αγαπητέ/ή αναγνώστη/ρια,
 
Σου γράφω πάλι από ανάγκη, τέσσερις παρά είκοσι το πρωί. (Προειδοποιώ για μακροσκελές κείμενο, επομένως πιείτε καφέ ή προσθέστε ουίσκι).
 
Το άρθρο που ακολουθεί ελπίζω, μα και φοβάμαι, πως θα αποτελέσει ορόσημο της σχέσης μου μαζί σου αλλά παράλληλα και με την τέχνη της αρθρογραφίας. 
 
Φοβισμένη μα και ελπιδοφόρα λοιπόν αυτή η νέα αρχή που θέλω να σου παρουσιάσω σήμερα. 
 
Για όσους/ες δεν έχουν πάθει το κακό να ξαναδιαβάσουν «άρθρο» μου, ας εξηγήσω δυο βασικά πράγματα. Η σχέση μου με αυτή την στήλη, αυτήν την εφημερίδα και συνάμα με την εκδότρια του Παρατηρητή, είναι θα έλεγα ερωτική σε βαθμό φαντασμαγορικό ίσως και φαντασιακό…! 
 
Ας πούμε όμως πως μέχρι τώρα είχαμε μια σχέση που πότε ήταν εξ αποστάσεως, πότε καλοκαιρινή ή και χριστουγεννιάτικη, αλλά ποτέ σταθερή. Όποτε ήθελα ερχόμουν στην εφημερίδα, περνούσα το βράδυ μου κι έφευγα. 
 
Τώρα ας πούμε πάλι πως… το βλέπουμε πιο σοβαρά. Εεεε εκδότρια; 
 
Και βρίσκομαι στην θέση που πρέπει να εισαγάγω τον εαυτό μου και την στήλη μου και να σου πω αγαπητέ/ή αναγνώστη/ρια πως δεν διαβάζεις τίποτα το αντικειμενικό, παρά ένα κείμενο προσωπικού χαρακτήρα και αλλοπρόσαλλου ύφους. 
 
Βρίσκομαι λοιπόν απέναντι σου αγαπητέ/ή αναγνώστη/ρια να σε γεμίσω με τις σκέψεις μου για μένα, για σένα, ίσως και για την «κοριτσάρα» που εκδίδει το φύλλο. 
 
Γράφοντας, αναζητώ μέσα στην επικαιρότητα και αντικρίζω πράγματα που έχω ξαναδεί αλλά δεν είναι κορεσμένα, μιας και δεν ξεπεράστηκαν ακόμα. Καταλήγουμε να μιλάμε και να ξαναμιλάμε για τον φασισμό- σε βαθμό κουραστικό- την ώρα όμως που δεν έχει αντιμετωπιστεί κατά πώς του αξίζει. Υποτίθεται λοιπόν πως ανησυχούμε για την άνοδο του φασισμού στην παγκόσμια πολιτική σκηνή, πως όλα τα κόμματα του «δημοκρατικού» τόξου είναι αντίθετα στην πολιτική του Τραμπ, της Λεπέν και της Χρυσής Αυγής, αλλά βλέποντας ένα δελτίο ειδήσεων παρατηρεί κανείς την άμεση, αβίαστη και σχεδόν καθολική «ηρωοποίηση» ενός ανθρώπου που, προς Θεού, έπεσε νεκρός από αστυνομικά πυρά, αλλά πρώτα είχε προκαλέσει λίγο πολύ τους αστυνομικούς, πυροβολώντας τους με ένα καλάσνικοφ. Για να είμαι πιο σαφής μιλάω για τον Κωνσταντίνο Κατσίφα, ο οποίος βρέθηκε νεκρός έπειτα από ανταλλαγή πυρών με την αλβανική αστυνομία στο χωριό, της βόρειας Ηπείρου ή αλλιώς νότιας Αλβανίας, των Βουλιαράτων. 
 
Θα σας πω τώρα τι παρατήρησα βλέποντας το δελτίο ειδήσεων στο κανάλι του “Open” την Δευτέρα 29 Οκτωβρίου. Παρουσιάστηκαν οι δηλώσεις όλων των κοινοβουλευτικών κομμάτων και της κυβέρνησης, εξαιρουμένου του ΚΚΕ. Όλα τα κόμματα, συμπεριλαμβανομένης της «αριστερής» -ο Φιντέλ να την κάνει- κυβέρνησης, είχαν πανομοιότυπες– για να μην πω ίδιες– θέσεις· μιλώντας για «απαράδεκτη αστυνομική βία», ανεξιχνίαστες συνθήκες και αυταρχική πολιτική του αλβανικού κράτους κατά της ελληνικής μειονότητας κ.ο.κ. Το δελτίο παρουσίαζε αυτές τις θέσεις σχεδόν υποστηρίζοντας τες. Όταν έφτασε η ώρα να παρουσιαστεί η θέση της Χρυσής Αυγής για το θέμα, το κανάλι άλλαξε ύφος και παρουσίασε την θέση του βουλευτή της -πράγματι- εγκληματικής οργάνωσης ως καπηλευθείσα του συμβάντος, επιθετική και ασεβούς. 
 
Κι επειδή δεν θέλω να σας αφήνω να βγάζετε μόνοι σας συμπεράσματα αναγνώστες και αναγνώστριες, μιλάμε για ένα πλήρως υποκριτικό τρόπο παρουσίασης της πραγματικότητας, όχι μόνο από το συγκεκριμένο κανάλι, αλλά και από τα υπόλοιπα κανάλια συμπεριλαμβανομένου ολόκληρου του υποτίθεται δημοκρατικού τόξου της πολιτικής σκηνής της χώρας. 
 
Και τώρα σκέφτομαι: είναι οι προαναφερθείσες εξουσίες όπως η νομοθετική, η εκτελεστική και η «μιντιακή» που χαρακτηρίζονται από αυτήν την υποκρισία ή υπάρχει και στην κοινωνία; 
 
Τρέχει λοιπόν η σκέψη μου και συγκρίνει αυτό το βίαιο συμβάν, με ένα άλλο βίαιο συμβάν που αναλύθηκε και συζητήθηκε αρκετά. Αυτό της δολοφονίας του Ζακ Κωστόπουλου. 
 
Δεν θέλω να το αναλύσω. Ας βγάλετε κάποια συμπεράσματα μόνοι σας. 
Αυτό που θα ήθελα όμως να συμπληρώσω είναι πως αντιθέσεις όπως αυτή, είναι που μπορούν να δώσουν σε κάποιον/α που τις αντιλαμβάνεται, μαθήματα πολύ μεγάλα και να τον/την κάνουν να θαυμάσει την δυνατότητα του ανθρώπου και της Δημοκρατίας.
 
Βλέπετε, οι αντιθέσεις, ανεξαρτήτως αντικειμένου, είτε στην μουσική δηλαδή, είτε στην γαστρονομία, είτε ακόμα και στην κοινωνία, προκαλούν δέος και αμέσως μετά ανάγκη για αρμονία. Αυτή η αρμονία ίσως να μην επέλθει στο μουσικό κομμάτι, στο ιδιαίτερο έδεσμα ή στο κοινωνικό σύνολο, αλλά στο αυτί του ακροατή, στο στόμα του γευσιγνώστη ή μακάρι και στη συνείδηση του πολίτη. 
 
Αλλά είναι ζήτημα εμπειρίας, ίσως και εκπαίδευσης. Πρέπει ο αποδέκτης να ναι έτοιμος. 
 
Κι αν με ρωτάς, η αλήθεια είναι πως δεν νιώθω έτοιμος, όταν με ρωτάνε «τι κάνω». Απαντώ ακόμα «προσαρμόζομαι» και φοβάμαι πως αναφέρομαι στην προσαρμογή στην Κομοτηνή, που της έλειπα τρία χρόνια. Την Κομοτηνή την ξέρω, δεν χρειάζεται να προσαρμοστώ. Η Κομοτηνή είναι σαφής, αν και γεμάτη αντιθέσεις.
 
Φοβάμαι πως απλά προσαρμόζομαι στο ζην. Γινόμενος 21 ετών και απόφοιτος μιας σχολής αναζητώ σκοπό, λόγο και πληρότητα στο καθετί μα κυρίως στον εαυτό μου, μη βρίσκοντας κάτι επαρκές. 
 
Καταλήγω να σκέφτομαι την ματαιότητα ακόμα κι αυτού του κειμένου. Κυρίως αυτού του κειμένου. 
 
Ίσως να μην είμαι έτοιμος να αναγνωρίσω την αξία των αντιθέσεων που βρίσκονται μπροστά μου.
 
Κάνοντας το κείμενο αυτό ακόμα πιο προσωπικό, σου εξομολογούμαι αναγνώστη/ρια πως μόνο στην αγάπη μου για την εκδότρια και στις ιδέες μου για αυτόν τον κόσμο δεν βρίσκω κανένα ίχνος ματαιότητας. Αυτά ξέρω πως θα μείνουν για πάντα.
 

«”Εμείς δεν θα πεθάνουμε ποτέ”
Αυτό θα λέει ο τάφος μου επάνω 
Εγώ θα ζω για πάντα σε ό,τι γράφω 
Δεν με ξέρεις καλά»

Bloody Hawk
 
Με εκτίμηση, 
Αυτός που περίμενες… ο Σπύρος Νταντανίδης!

 
ΥΓ.: Επανέρχομαι «νεξτ Γουίκ» με πιο σπαρταριστό άρθρο. 
ΥΓ2:. Θα γράφω και ποιήματα στην εκδότρια 
ΥΓ3.: Ούτε 100 μέρες νηφάλιος

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.