ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ 2015: Αναμενοντας την ελπιδα

Οδεύοντας προς το τέλος κάθε έτους, συνηθίζεται να γίνεται μια καταγραφή και αποτίμηση των γεγονότων που συντελέστηκαν σε πληθώρα τομέων εντός μιας τέτοιας χρονικής περιόδου. Το 2015, εν γένει, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στον τομέα των πολιτικοκοινωνικών παρατηρήσεων, μιας και ήδη στον 1ο του μήνα συντελέστηκε η εκλογική νίκη και η άνοδος στην πολιτική εξουσία ενός κόμματος της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Επρόκειτο για την πρώτη (κατ’ επίφαση πλέον, κατά πολλούς) αριστερή κυβέρνηση στην Ευρώπη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, συνεπώς και μόνη αυτή η διάνοιξη μιας νέας προοπτικής στην παγκόσμια πολιτική ιστορία συνιστά στοιχείο, το οποίο χρίζει προσεκτικής παρατήρησης και ανάλυσης.
 
Πέρα, όμως, από την πεπαλαιωμένη στατική συζήτηση σχετικά με τα πεπραγμένα της εκάστοτε κυβέρνησης στην οικονομική, πρωτίστως, και στην κοινωνική, δευτερευόντως, πολιτική, αυξημένη προσοχή πρέπει να αποδοθεί στη διαχείριση που έτυχε από μια αριστερή κυβέρνηση ένας νευραλγικός χώρος που καθορίζει, εν πολλοίς, το κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι, ο χώρος της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ένας χώρος μάλιστα, ο οποίος εν έτει 2015 δέχεται λυσσαλέα επίθεση από τα προστάγματα του ευρωπαϊκού οικονομικού καθεστώτος, του νεοφιλελευθερισμού. Παράλληλα, όταν η τριτοβάθμια παιδευτική διεργασία τείνει να χρησιμοποιείται ως όχημα για τη δημιουργία ευκαιριών κέρδους, καθώς και για την εκπαίδευση φοιτητών στο πλαίσιο των επιχειρηματικών αναγκών, ελλοχεύει ο κίνδυνος αλλοίωσης της ίδιας της ιδέας της Δημοκρατίας. Κι αυτό, διότι η συσσώρευση συντηρητικών δυνάμεων, καθολικά προσκολλημένων στο ιδεολόγημα της λιτότητας και του αστικού αναλφαβητισμού, αποσκοπεί στη μετατροπή της φοιτώσας νεολαίας σε καταναλωτικές μονάδες, κάτι που νομοτελειακά επιφέρει το θάνατο της κριτικής εκπαίδευσης και τη (δια)στροφή του Πανεπιστημίου από την παιδεία στην κατάρτιση. Συνεπώς, υπό την παραδοχή της στείρας λυκειακής τεχνοκρατικής εκπαίδευσης και βάσει του ότι το δημόσιο Πανεπιστήμιο συνιστά σήμερα ίσως τον μοναδικό χώρο, όπου οι φοιτούντες δύνανται να αποκτήσουν κριτική θεώρηση για τον κόσμο και βάσεις διαμόρφωσης κοινωνικής συνείδησης ικανής να αμφισβητήσει την εξουσιάζουσα τάξη και να διεκδικήσει την ανακατεύθυνση του δημοκρατικού πολιτεύματος σε ριζοσπαστικά πρότυπα, μια τέτοια (δια)στροφή απειλεί με δυσβάσταχτες συνέπειες αυτή καθεαυτή τη Δημοκρατία.
 
Πώς, όμως, διαχειρίστηκε ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. αυτό το Μνημόνιο απομόνωσης και εξάλειψης κάθε «επικίνδυνης» ριζοσπαστικής ιδέας που επιβάλλεται στον ακαδημαϊκό χώρο; Μετά από περίπου 1 χρόνο διακυβέρνησης, οι αναγκαίες τομές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, όπως και η ελπίδα, ακόμα έρχονται. Μετά από το πρώτο επτάμηνο κωλυσιεργίας (με το πρόσχημα της διαπραγμάτευσης – λες και ο κ. Μπαλτάς συμμετείχε στη διαπραγματευτική ομάδα) στο συγκεκριμένο θέμα και παρόλο που προεκλογικώς το νομοσχέδιο για τα Πανεπιστήμια εμφανιζόταν ως άρτια καταρτισμένο, η Κυβέρνηση, πέρα από μεγαλόστομες δηλώσεις και εσωκομματικούς διαξιφισμούς (βλ. Κουράκη – Μπαλτά) έχει να επιδείξει σχεδόν μηδενικό έργο στον συγκεκριμένο χώρο. Βέβαια, επειδή «μόνο η αλήθεια είναι επαναστατική», προσφάτως υποστηρίχτηκε ξανά ότι ένα τέτοιο νομοσχέδιο πρόκειται να ψηφιστεί την Άνοιξη, ενώ συγκεκριμένες πτυχές του δόθηκαν στο φως. Ίδωμεν…
 
Σχετικά με τις εν λόγω πτυχές, υποστηρίζεται ότι τα Συμβούλια Ιδρύματος, αυτά τα διοικητικά μοντέλα που αρμόζουν περισσότερο σε μεγάλη πολυεθνική επιχείρηση παρά σε άσυλο ιδεών, επιφορτισμένα με την εντεταλμένη υπηρεσία να απαλλοτριώσουν τα εναπομείναντα ψήγματα συμμετοχικής δημοκρατίας στο βωμό μιας «πεφωτισμένης δεσποτείας», θυμίζοντας αυταρχισμό σκοτεινών εποχών και (δι)ορίζοντας τους μη «αντιφρονούντες» Πρυτάνεις βάσει «αντικειμενικών» κριτηρίων – πλην καθεστώτος αδιαφάνειας και επιζήτησης πιστοποιητικού πολιτικών φρονημάτων – διαφαίνεται να περιορίζονται σε απλώς γνωμοδοτικό ρόλο. Ακόμη, προμηνύεται η επαναφορά του ασύλου (καταθέτω σ΄ αυτό το σημείο την προσδοκία το άσυλο επιτέλους να προστατεύει μόνο ιδέες και πολιτικά διωκόμενους και όχι τον οποιονδήποτε), η επαναφορά των διαγεγραμμένων φοιτητών, η κατάργηση της ρήτρας του ν + ν/2, η συμμετοχή των φοιτητών κατά 20% στην εκλογική ανάδειξη των Πρυτάνεων κλπ. Αν μη τι άλλο, θετικές αλλαγές, υπό την αίρεση, βέβαια, ότι θα εναρμονιστούν σε ένα γενικότερο άρτιο και καινούριο σχέδιο λειτουργίας των ΑΕΙ και των ΤΕΙ, το οποίο θα σέβεται το αυτοδιοίκητο των Πανεπιστημίων (θέμα γύρω από το οποίο ενορχηστρώθηκε ευρύς δημόσιος διάλογος, με αφορμή την κυβερνητική οικειοποίηση των αποθεματικών των Πανεπιστημίων) και θα εγκαθιδρύει μια δίοδο προοδευτικής διακυβέρνησης.
 
Εξάλλου, ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. ήρθε εξαρχής αντιμέτωπος με ένα άλλο νοσηρό απότοκο της μνημονιακής πραγματικότητας στην εκπαίδευση, αυτό της υποχρηματοδότησης των ΑΕΙ και ΤΕΙ. Ενδεικτικά, υπολογίζεται πως, πέρα από τις περικοπές που επήλθαν στα λειτουργικά έξοδα των Ιδρυμάτων την περίοδο 2010 – 2015, το 2016 επιδιώκεται 20% περαιτέρω μείωση των συγκεκριμένων δαπανών σε σχέση με το 2015. Ειρήσθω εν παρόδω, οι θιασώτες της νεοφιλελεύθερης δημαγωγίας ας μη λησμονούν τη συνταγματική επιταγή περί δημόσιας και δωρεάν παιδείας. Πρόσφατα, ο υπουργός Παιδείας κ. Φίλης ανέφερε ότι, προς διαχείριση της συγκεκριμένης παθογένειας, θα αναπτυχθούν «κοινές με τους Πρυτάνεις δράσεις για τη μείωση του ενεργειακού κόστους και των δημοτικών τελών των Ιδρυμάτων».
 
Επίσης, ένα πεδίο ευρείας ιδεολογικοπολιτικής αντιπαράθεσης γέννησε το επίμαχο θέμα της αξιολόγησης του καθηγητικού προσωπικού των Πανεπιστημίων. Θυμίζω, 5 διακεκριμένοι εξωτερικοί αξιολογητές της Νομικής Σχολής και της Σχολής Θετικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών εκδιώχθηκαν με φρούτα και απειλές από φοιτητές στις 4 Νοεμβρίου. Εναπόκειται, επομένως, στην κυβέρνηση του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. να δομήσει, κατ’ εμέ, την αναγκαία εκείνη φόρμουλα, σύμφωνα με την οποία η όποια αξιολογητική διαδικασία δε θα αποτελεί προμετωπίδα και προάγγελο επικείμενου κύματος απολύσεων, δε θα προκαθορίζει ποσοστά εκπαιδευτικών που πρέπει (ανεξαρτήτως του πορίσματος της διαδικασίας) να βρεθούν προβληματικοί και δε θα αποτελεί «Δούρειο Ίππο» εισβολής και εγκατάστασης του κερδοσκοπικού ιδιώτη στις ρωγμές που προκαλούνται από τις παθογένειες του Ελληνικού Πανεπιστημίου, στοχεύσεις οι οποίες τεχνηέντως συγκαλύφθηκαν στη διαδικασία αξιολόγησης που δόμησε η απελθούσα κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, ευχόμενη να βρει έρεισμα το νεοφιλελεύθερο αφήγημα για τις αναγκαίες απολύσεις – «θατσερικές» μεταρρυθμίσεις, ήθελα να πω – την ώρα, βέβαια, που στους μεγαλονταβατζήδες του ιδιωτικού τομέα η ίδια κυβέρνηση επεδείκνυε ιδιαίτερη συμπάθεια και ανοχή.
 
Άφησα για το τέλος την κατά τη γνώμη μου πιο ανησυχητική παθογένεια των Πανεπιστημίων του 2015: την αποπολιτικοποίηση των φοιτητών και την υποδαυλιζόμενη αδιαφορία για τα κοινά. Υποχωρώντας μπροστά στις επιταγές του καθεστώτος συστήματος, η ευρεία πλειοψηφία της φοιτητικής κοινότητας, αγωνιζόμενη καθημερινά για την αυτοσυντήρηση και για τον προσπορισμό των «προς το ζην», χειμαζόμενη σε μια διαρκή πραγματικότητα ακραίας οικονομικής δυσπραγίας και καταπίεσης και επιβαρυνόμενη με ένα ακραία εντατικοποιημένο πρόγραμμα σπουδών, καθίσταται ανήμπορη να αναζητήσει και να ανακαλύψει τρόπους δόμησης ευρύτερης κοσμικής αντίστασης στην επιβολή της καθεστηκυίας μνημονιακής καθημερινότητας. Από την άλλη, φοιτητικές παρατάξεις – εγκάθετοι των πιο βαθιά συστημικών δομών, εξυπηρετώντας την επιδίωξη για μεταποίηση των φοιτητών σε άβουλους, πειθήνιους, μαζοποιημένους ψηφοφόρους, που θα ανάγουν σε αξιακή τους αρχή το ιδανικό του ελάσσονος μόχθου και θα επιζητούν το ρουσφέτι και την κλεπτοκρατία, τους αποπροσανατολίζουν σε θέματα ήσσονος σημασίας και τους απωθούν με την απολίτικη ρητορική και τις αποτρόπαιες πρακτικές τους από την ενασχόληση με τα κοινά, αποσκοπώντας αφενός στην αποδόμηση του Πανεπιστημίου ως χώρου γέννησης και διόγκωσης της σπίθας της αμφισβήτησης, της αντίδρασης και της αντίστασης ενάντια στην καταπίεση της εκάστοτε εξουσίας και αφετέρου στην εγκαθίδρυση και απαρέγκλιτη τήρηση του συμβιβαστικού θατσερικού «ΤΙΝΑ». Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τον φραξιονισμό των φοιτητικών παρατάξεων που θέλουν να αυτοαποκαλούνται «αντισυστημικές» (παρεμπιπτόντως, τουλάχιστον λυπηρή η διαφαινόμενη νέα κινηματική περιχαράκωση, λόγω της ίδρυσης νέου συνδικαλιστικού φορέα στα ΑΕΙ και ΤΕΙ από τη Νεολαία του κυβερνώντος κόμματος), τον φόβο απέναντι σε οτιδήποτε νεωτερικό και τη μη επιδίωξη απεύθυνσης με το κύριο σώμα των φοιτητών, έχει ως αποτέλεσμα τα Ιδρύματα, υπό το καθεστώς της αδιαφορίας των φοιτούντων σ’ αυτά, να τείνουν να μεταβληθούν σε όργανα κοινωνιοκεντρικής νομιμοποίησης των εκάστοτε κυβερνητικών πολιτικών. Φυσικά, στην απαξία της νεολαίας προς τα κοινά δε θα μπορούσε παρά να συντελέσει και το υφιστάμενο πολιτικό προσωπικό, το οποίο εν πολλοίς παρίσταται ως διεφθαρμένο ή εντεταλμένο ή υποταγμένο στις βουλιμικές ορέξεις των Ευρωπαίων νεοαποικιοκρατών είτε βυθισμένο στα πελάγη της φαντασιακής εξέγερσης και του αναχωρητισμού.
 
Όπως, λοιπόν, διαφαίνεται, για να γεννηθεί μια πραγματική ελπίδα για το Πανεπιστήμιο του σήμερα, θα χρειαστεί κάτι περισσότερο από μια «έφοδο στον ουρανό».
 
Καλή χρονιά!!!

*Ο Ηλίας Παππάς είναι φοιτητής της Νομικής Σχολής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης και ραδιοφωνικός παραγωγός.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.