ΜΕΤΑΞΥ ΕΦΙΚΤΟΥ ΚΙ ΑΝΕΦΙΚΤΟΥ

Θα μπορούσα βέβαια να αρχίσω από τα παλιά. Ίσως από την αρχή της καταγεγραμμένης ανθρώπινης ιστορίας. Σε αυτήν εύκολα θα μπορούσε κανείς να παρατηρήσει πράγματα ανέφικτα που έγιναν τελικά εφικτά, αλλά και πράγματα που θεωρούνταν εφικτά και τελικά κατέστησαν ανέφικτα. Η ανθρώπινη ιστορία, άλλωστε, είναι γεμάτη από όνειρα κι ελπίδες για την αναγκαιότητα ενός κόσμου καλύτερου κι εφικτού. Η σχετικότητα της ανθρώπινης αλήθειας υπήρξε πάντοτε βασικό εμπόδιο στην υλοποίηση του ονείρου.
 
Καθώς τα περιθώρια του παρόντος κειμένου είναι περιορισμένα, θα περιοριστώ κι εγώ στα πιο πρόσφατα γεγονότα, δεδομένου ότι η αναδρομή στο απώτερο παρελθόν θα απαιτούσε εκατοντάδες σελίδες. Έτσι, το ατελείωτο αυτό «πάνε-έλα» μεταξύ εφικτού κι ανέφικτου θα περιοριστεί στα τελευταία πενήντα περίπου χρόνια, που είναι αρκετά για τη θεμελίωση του σκεπτικού μου και το τελικό μου συμπέρασμα, που δεν παύουν βέβαια και τα δύο να υπόκεινται στη σχετικότητα της αλήθειας και να μη διεκδικούν σε καμία περίπτωση το απόλυτο της αλήθειας αυτής. Για πολλούς φαινόταν ανέφικτο, έγινε όμως εφικτό! Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, το τέλος του διπολισμού κι η πτώση του Τείχους του Βερολίνου, άλλαξαν και πάλι τη μορφή του κόσμου και αναδιάταξαν τους παγκόσμιους συσχετισμούς, ισχύος κι επιρροής[1]. Το καπιταλιστικό σύστημα διαφοροποιήθηκε κι υβριδικές μορφές της οργάνωσης πήραν την πρωτοκαθεδρία[2].

Πριν από σαράντα περίπου χρόνια έμοιαζε σχετικά ανέφικτο, έγινε όμως εφικτό! Ο κεϋνσιανισμός κατέρρευσε σε παγκόσμιο επίπεδο (όπως άλλωστε κι ο υπαρκτός σοσιαλισμός) και μαζί με αυτόν κατέρρευσε ή τέθηκε υπό αμφισβήτηση το Έθνος-Κράτος, ο κρατικός παρεμβατισμός και το κράτος κοινωνικής πρόνοιας. Η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση[3] πραγματοποιήθηκε, δίχως να ερωτηθούν οι λαοί της Γης, με μία και μόνη φράση του Προέδρου Μπους (senior) κατά τη διάρκεια του Πολέμου του Κόλπου, κι η Νέα Τάξη Πραγμάτων, το νεοφιλελεύθερο δόγμα εγκαταστάθηκε στον πλανήτη, με όλα τα παρεπόμενα που βιώνουμε μέχρι σήμερα. Είχε προηγηθεί σοβαρή οικονομική και πολιτική προεργασία από ποικίλες ελίτ, στο πλαίσιο γνωστών πλέον σήμερα «Think Tanks» και κέντρων εξουσίας[4], χωρίς οι λαοί, οι απλοί άνθρωποι της καθημερινότητας, οι μικρές και μεσαίες τάξεις να γνωρίζουν απολύτως τίποτα.
 
Οι λαοί, οι απανταχού πολίτες, ούτε καν το περίμεναν. Το θεωρούσαν ίσως ανέφικτο! Έγινε όμως και αποδείχθηκε εφικτό! Η τεχνολογία του διαδικτύου κατέστησε τη διάχυση της πληροφορίας δυνατή, απ’ άκρου εις άκρον του πλανήτη. Ένας παγκόσμιος ιστός πληροφοριών, συχνά ελεγχόμενος, υλοποιήθηκε, κι οι νέες ηλεκτρονικές και ψηφιακές τεχνολογίες, συχνά ακατανόητες για τους πολλούς, λόγω των επιστημονικών και τεχνολογικών τους ιδιαιτεροτήτων, έδωσαν άμεση πρόσβαση των ανθρώπων σε αυτόν. Παρά τις επιλεκτικές πρακτικές που οι εκάστοτε εξουσίες προτίμησαν, ένα ολόκληρο σύστημα επικοινωνίας πραγματοποιήθηκε τάχιστα, συμβάλλοντας αναπόφευκτα στην περαιτέρω αλλοτρίωση των ανθρώπων, καθώς, στον ξέφρενο ρυθμό του, και με τα νέα, ισχυρά οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα που ανέδειξε, αλλοίωσε τους προβληματισμούς, τις προτεραιότητες, τις αρχές, τις αξίες και τις συνειδήσεις που επί πολλές δεκαετίες σημάδεψαν την ανθρωπότητα. Ο ανθρώπινος εγκέφαλος δέχθηκε και δέχεται έναν ανηλεή βομβαρδισμό πληροφοριών, όντας συνήθως ανίκανος να τον αφομοιώσει και να τον μετατρέψει σε ουσιαστική γνώση. Ας σκεφτούμε μήπως κι αυτό το οποίο συνήθως αναφέρεται ως η «κοντή μνήμη των λαών» σχετίζεται και με τον ανωτέρω ανηλεή βομβαρδισμό! Ο άνθρωπος αισθάνθηκε κι αισθάνεται τις αντιστάσεις του να μειώνονται, αντιλαμβάνεται, ανήμπορος, ένα κύμα ομοιομορφοποίησης των πάντων να κατακλύζει τη ζωή του, πλήττοντας την πολύτιμη πολυμορφία και την ιδιαιτερότητά του. Διαισθάνεται ότι μετατρέπεται σταδιακά και κατά τρόπο συστηματικό, σε έναν ανελεύθερο, μη αυτεξούσιο και μη αυτοπροσδιοριζόμενο καταναλωτή προϊόντων, πληροφοριών και πολιτικών ιδεών, καθώς οι επιστημονικά στημένες πολιτικές πειθούς και προπαγάνδας των συμφερόντων καθίστανται όλο και περισσότερο σοφιστικές, αποτελεσματικές, αλλά και δύσκολα ανιχνεύσιμες. Κι είναι δύσκολα ανιχνεύσιμες, καθώς βρίθουν νεολογισμών, συνήθως ακατανόητων για τον απλό άνθρωπο της καθημερινότητας, αλλά καθώς επίσης χρησιμοποιούν όρους κι έννοιες με ασαφές κι ανεπεξέργαστο για τους πολλούς περιεχόμενο. Στην εξυπηρέτηση της συνειδητής αυτής πολιτικής χειραγώγησης επιστρατεύονται στρατιές τεχνοκρατών, οι οποίοι μάλιστα αυτοβαπτίζονται ανερυθρίαστα ως το «άλας της Γης»[5]. Το ανέφικτο έγινε εφικτό με εμφανή την υποχώρηση του περιεχομένου της Δημοκρατίας! Ο πολίτης έπαψε ουσιαστικά να αυτοπροσδιορίζεται ελεύθερα κι ανεπηρέαστα, παρά την περί του αντιθέτου ψευδαίσθησή του, που συστηματικά του καλλιεργούν οι στρατευμένοι συχνά «ειδικοί». Έγινε έρμαιο πολιτικών επιστημονικά στημένου επηρεασμού από ανεξέλεγκτα κι ιδιοτελή όργανα τεράστιων οργανωμένων οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων ολίγων. Και δεδομένου ότι ο άνθρωπος σπάνια αντιλαμβάνεται όπως βλέπει, ενώ συνήθως βλέπει όπως αντιλαμβάνεται, έχει γίνει, όπως φαίνεται σήμερα, εφικτό, τα πολυεθνικά και οργανωμένα συμφέροντα να έχουν τη δυνατότητα να επηρεάζουν όχι μόνο την αντίληψη, αλλά κι αυτήν ακόμη την όρασή του.
 
Πριν μερικά χρόνια φαινόταν αδύνατο, σχεδόν ανέφικτο, συνέβη όμως, έγινε εφικτό! Ελάχιστοι πίστευαν, κι αυτοί «ειδικοί», ότι θα συμβεί! Κι όμως συνέβη! Συνέβη μάλιστα σε χώρο εξαιρετικά ισχυρό και παγκόσμιας εμβέλειας. Συνέβη, αρχικά, στον χώρο των μεγάλων ιδιωτικών τραπεζών των Η.Π.Α. και μετά εξαπλώθηκε στον κόσμο ολόκληρο, και βέβαια στην Ευρώπη. Μετά από μια μακρά περίοδο σχετικής σταθερότητας κι αρκετές στιγμές ενάρετου κύκλου παχέων αγελάδων, η οικονομική κρίση έπληξε τον πλανήτη, η ύφεση παρουσιάστηκε απειλητική, το τεράστιο παγκόσμιο χρέος αποκαλύφθηκε, τα κράτη υποχώρησαν προ των ιδιωτικών επιδιώξεων των ολιγαρχών, οι ζημιές κοινωνικοποιήθηκαν και σε μεγάλο ποσοστό μεταφέρθηκαν αριστοτεχνικά στις πλάτες των λαών, η διανεμητική δικαιοσύνη χτυπήθηκε βάναυσα, και τα όνειρα των κοινωνιών κατέρρευσαν. Κι όταν, σταδιακά, κατά τα τελευταία χρόνια, οι συνθήκες άρχισαν να διαφοροποιούνται, οι πολιτικές λιτότητας να αμφισβητούνται, η άνοδος ακραίων αντιλήψεων να ενισχύεται, και στην Ευρώπη ο ευρωσκεπτικισμός άρχισε να ανθίζει, τότε το ερώτημα τέθηκε εκ νέου, απασχολώντας τον ανθρώπινο στοχασμό: Ήταν και είναι άραγε το τέλος της νεοφιλελεύθερης περιόδου και της κρίσης που αυτή κατέληξε; Τα πράγματα αποκαθίστανται και το σύστημα επανέρχεται στην προηγούμενη κανονικότητά του; Ή μήπως πρόκειται για μια επερχόμενη μεγάλη, πλέον, οικονομική και κοινωνική μεταλλαγή; Μήπως μια ενδιαφέρουσα μεταλλαγή προοιωνίζεται εφικτή; Μήπως η άποψη των νεοφιλελεύθερων ευαγγελιστών της αγοράς περί του τέλους της ιστορίας είναι μια ανούσια αυταπάτη; Το μέλλον θα δείξει. Εντούτοις θα πρέπει να γίνει αντιληπτό, ότι η έννοια της κρίσης είναι έννοια συντηρητική. Τούτο σημαίνει ότι το ξεπέρασμα της κρίσης εκφράζει και την παλινόρθωση της προτεραίας κατάστασης. Αντίθετα, η έννοια της μεταλλαγής σχετίζεται με την ουσία της εξελικτικής διαδικασίας. Αυτό που προοιωνίζεται είναι διαφορετικό από το προηγούμενο, που πλήρως ή εν μέρει καταρρέει[6]. Προς ποια κατεύθυνση όμως η διαφοροποίηση; Η εξελικτική διαδικασία είναι μια υπόθεση δενδροειδής σε ό,τι αφορά στις δυνατές κατευθύνσεις της. Δεν είναι μια διαδικασία απλώς γραμμική ή προσθετική, κι άρα, ίσως προβλέψιμη. Οι επιλογές κι η βούληση των κοινωνιών θα παίξουν τον ρόλο τους για το αναδυόμενο ως εφικτό. Κι οι συσχετισμοί των δυνάμεων είναι πιθανό να καταστήσουν το επιδιωκόμενο ως εφικτό, ανέφικτο. Θα πρέπει να αντιληφθούμε ότι κάτι παρόμοιο συμβαίνει με την έννοια της προόδου. Δεν είναι ούτε αυτή έννοια γραμμική ή προσθετική. Δεν μοιάζει καθόλου με το ανέβασμα μιας σκάλας, της οποίας κάθε φορά που κατακτά κανείς ένα σκαλοπάτι, ανεβαίνει ψηλότερα κι άρα προοδεύει. Η πρόοδος είναι έννοια στοχαστική. Μοιάζει περισσότερο με το παιχνίδι των ζαριών και τις πιθανότητες που αναπτύσσονται σε αυτό. Ό,τι κερδίζει κανείς από το ένα ζάρι, το χάνει συνήθως από το άλλο, ενώ σπάνια το αποτέλεσμα είναι απόλυτα ικανοποιητικό (εξάρες…)[7]. Στο πλαίσιο ενός τέτοιου σκεπτικού η ρευστότητα των πραγμάτων είναι αδιαμφισβήτητη και μέσα σε αυτήν παίζεται το παιχνίδι της διελκυστίνδας μεταξύ εφικτού κι ανέφικτου.
 
Πίστευε άραγε κανείς πριν από τριάντα χρόνια ότι η αγορά εργασίας, στις αναπτυγμένες μάλιστα χώρες, θα απορρυθμιζόταν; Φανταζόταν κανείς, πλην βέβαια εκείνων που το προετοίμαζαν, ότι οι κανόνες του εργατικού δικαίου θα καταστρατηγούνταν βάναυσα, ότι το οκτάωρο της καθημερινής εξαρτημένης εργασίας θα παραχωρούσε τη θέση του στα συνεχή κι ανεξέλεγκτα από την κεντρική εξουσία ωράρια, στην ανασφάλιστη ή στην ενοικιαζόμενη εργασία; Πίστευε μήπως κανείς, πλην βέβαια των θιασωτών του νεοφιλελεύθερου δόγματος, ότι οι πολιτικές της ευελιξίας θα κυριαρχούσαν; Ότι οι συλλογικές διαπραγματεύσεις κι οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας θα καταργούνταν; Ότι θα προβάλλονταν ως μοναδική και «συμφέρουσα» για τους εργαζομένους πρόταση οι επιχειρησιακές συμβάσεις εργασίας, παραβλεπομένου, βέβαια, του γεγονότος της άνισης διαπραγματευτικής ικανότητας μεταξύ αυτών και των εργοδοτών; Κι όμως, όλα αυτά έγιναν εφικτά! Έγιναν, μάλιστα, εφικτά υπό το πρίσμα μιας κυρίαρχης λογικής που προπαγάνδιζε έναν δήθεν καλύτερο κόσμο, χτίζοντας πάνω στη βελτίωση των δήθεν μειωμένων ποσοστών κέρδους[8]. Ο κόσμος θα ήταν καλύτερος, έλεγε η προπαγάνδα. Θα ήταν όμως και δίκαιος; Η κατάρρευση του κράτους κοινωνικής πρόνοιας και κοινωνικής αλληλεγγύης, η άνοδος του νεοφιλελευθερισμού, η «μοναδική του σκέψη» (pensée unique) κι οι μονόδρομοι της αγοραίας αντίληψης των πραγμάτων, επέφεραν μια αδιανόητη για τα προϊσχύσαντα αλλαγή που τελικά οδήγησε στην οικονομική κρίση, στην υπερχρέωση των κρατών, στην ανάδειξη των περίφημων «αγορών» των χρηματοοικονομικών συμφερόντων, και τέλος στις πολιτικές της λιτότητας και της δημοσιονομικής πειθαρχίας. Οι λαοί επωμίστηκαν τα βάρη των ζημιών για τα οποία άλλοι ευθύνονταν. Μια τέτοια εξέλιξη έμοιαζε και θεωρούνταν ανέφικτη στο μυαλό των ανθρώπων του μόχθου, των απλών πολιτών, από τους οποίους, ως λέγεται, κατά τα κοινοβουλευτικά παραδεδεγμένα, πηγάζει η εξουσία. Έγινε όμως εφικτή, κι οι κατακτήσεις των εργαζομένων καταπατήθηκαν κι η αγορά εργασίας απορρυθμίστηκε με δυσμενή αποτελέσματα για τους λαούς που για αρκετά χρόνια είχαν δει βελτιώσεις στο επίπεδο της ζωής τους. Οι κοινωνίες έμειναν σιωπηλές προ των εξελίξεων αυτών. Δυσκολεύτηκαν και δυσκολεύονται να κατανοήσουν το μέγεθος των ανατροπών. Η «σιωπή των αμνών» μεταφράστηκε, από τους ισχυρούς των ποικίλων εξουσιών, ως συναίνεση για τα τεκταινόμενα. Ο «σιωπών δοκεί συναινείν» είπαν οι κυρίαρχοι της οικονομικής και χρηματοοικονομικής ολιγαρχίας. Είχαν συλλάβει, όπως νόμιζαν, το νέο μοντέλο «ανάπτυξης»[9] που εξυπηρετούσε τα συμφέροντά τους, τα οποία και ανερυθρίαστα μετέφραζαν ως συμφέροντα ολόκληρης της κοινωνίας. Η κοινωνία δεν πίστευε ότι όλα αυτά θα μπορούσαν πραγματικά να συμβούν. Τελικά όμως συνέβησαν. Τα πάντα όμως ρει, τα πάντα χωρεί κι ουδέν μένει!
 
Αλλά μήπως κάτι παρόμοιο δεν συνέβη και με την απορρύθμιση του παγκόσμιου τραπεζικού συστήματος; Απρόσμενο κι όμως αληθινό! Πραγματοποιήθηκε κι αυτό με τις ευλογίες του «κινηματικού συντηρητισμού» των ευαγγελιστών της αγοράς που λάτρεψαν την παλινόρθωση των ακόρεστων επιδιώξεών τους. Η πλήρης απελευθέρωση της κίνησης κεφαλαίων, η σε πραγματικό χρόνο μεταφορά κεφαλαίων ανά τον κόσμο με το πάτημα ενός κουμπιού στον Η/Υ έγινε εφικτή. Πρόβαλλαν την πεποίθηση, την άποψη και την αντίληψή τους, ότι και διά του τρόπου αυτού ο κόσμος θα ήταν καλύτερος. Σε όλη την ανθρωπότητα καλλιέργησαν απίθανες ψευδαισθήσεις. Κι έτσι, οι προθέσεις τους, οι επιδιώξεις τους, έγιναν εφικτές! Η δημόσια εξουσία, οι κυβερνήσεις των κυρίαρχων κρατών υποχώρησαν προ των επιταγών της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και της πανουργίας του λόγου που κατά κόρον αυτή υιοθέτησε. Τραπεζικά μεγαθήρια (μέσω συγχωνεύσεων κι εξαγορών), εταιρείες αξιολόγησης, φορολογικοί «παράδεισοι» και offshore εταιρείες ξεφύτρωσαν παντού σαν μανιτάρια. Οι έλεγχοι αποδυναμώθηκαν, οι διαπλοκές των συμφερόντων γιγαντώθηκαν, ο άκρατος ατομικισμός θριάμβευσε, κι οι όροι «ανταγωνιστικότητα», «επιχειρηματικότητα» και «καινοτομία» μεταφράστηκαν κατά το δοκούν σε ό,τι αφορά στο περιεχόμενο, την ουσία και την κατεύθυνσή τους[10]. Οι μεσαίες και χαμηλές τάξεις πέρασαν σε περιόδους ισχνών αγελάδων, το επίπεδο της ζωής τους υποχώρησε, οι μισθοί και τα ημερομίσθια συρρικνώθηκαν, τα ασφαλιστικά δικαιώματα κατέρρευσαν, ενώ οι ασφαλισμένοι οδηγήθηκαν αριστοτεχνικά στην αγκαλιά ιδιωτικών συμφερόντων. Και υπό το καθεστώς της απορρύθμισης τα τραπεζικά συμφέροντα κυριάρχησαν και προστατεύθηκαν, συχνά κατά τρόπο προκλητικό, συνεπικουρώντας τους ολιγάρχες των «αγορών», που αφαίμαξαν και αφαιμάζουν τις κοινωνίες, θεωρούμενα «ιερές αγελάδες» κι υπερπηδώντας κατά τρόπο «αξιοθαύμαστο» (!) τις κατά καιρούς αναπόφευκτες πτωχεύσεις. Έτσι, παρά τα πλήγματα της κρίσης που υπέστησαν με την κατάρρευση των μεγάλων εκπροσώπων τους κατά το 2008-2009, κατάφεραν και πάλι να κυριαρχήσουν στη συνέχεια, βάζοντας τις κοινωνίες σε επικίνδυνες περιπέτειες (πολιτικές λιτότητας, περιορισμός του τραπεζικού δανεισμού κλπ.) με πολιτικές βέβαια προεκτάσεις που όλοι σήμερα γνωρίζουν ανησυχώντας, αληθινά ή υποκριτικά, για αυτές. Τα ανέφικτα έγιναν εφικτά, μέσω της επίκλησης ενός καλύτερου κόσμου. Για να είναι όμως ένας κόσμος καλύτερος από πριν, πρέπει απαραίτητα να είναι και πιο δίκαιος από πριν. Τι άραγε διδάσκει η Ιστορία;
 
Στη σελίδα 67 του βιβλίου του[11], ο καθηγητής της Σορβόννης René Passet, αναφέρεται σε ένα κείμενο του David Brower, τοποθετώντας την οικονομική εποχή μας σε μία κοσμική προοπτική που δεν είναι άλλη από εκείνη του φυσικού περιβάλλοντος. Λέγει λοιπόν το κείμενο αυτό: «…Αν πάρουμε τις έξι μέρες της Γένεσης σαν εικόνα για την αναπαράσταση εκείνου που στην πραγματικότητα έγινε σε τέσσερα περίπου δισεκατομμύρια χρόνια, τότε μία μέρα της Γένεσης είναι ίση με εξακόσια εξήντα εκατομμύρια χρόνια περίπου. Ο πλανήτης μας γεννήθηκε τη Δευτέρα, την ώρα μηδέν. Τη Δευτέρα, την Τρίτη και την Τετάρτη, μέχρι το μεσημέρι, η Γη σχηματίζεται. Η ζωή αρχίζει την Τετάρτη το μεσημέρι κι αναπτύσσεται σε όλη της την οργανική ομορφιά στη διάρκεια των τριών επομένων ημερών. Το Σάββατο, μόλις στις τέσσερις το απόγευμα, εμφανίζονται τα μεγάλα ερπετά. Πέντε ώρες αργότερα, στις εννιά το βράδυ, όταν τα δέντρα Σεκόγια φυτρώνουν στη Γη, τα μεγάλα ερπετά εξαφανίζονται. Ο άνθρωπος δεν εμφανίζεται παρά το Σάββατο το βράδυ, μεσάνυχτα παρά τρία λεπτά. Ένα τέταρτο του δευτερολέπτου πριν από τα μεσάνυχτα, γεννιέται ο Χριστός. Ένα τεσσαρακοστό του δευτερολέπτου πριν τα μεσάνυχτα, αρχίζει η Βιομηχανική Επανάσταση. Τώρα είναι μεσάνυχτα, Σάββατο βράδυ, και περιτριγυριζόμαστε από ανθρώπους που πιστεύουν ότι αυτό που κάνουν εδώ κι ένα τεσσαρακοστό του δευτερολέπτου, μπορεί να διαρκέσει επ’ αόριστον…» Παρά τις επιστημονικές ανησυχίες και τις αντιδράσεις των ακτιβιστών, η επισυμβαίνουσα πλέον κι η γενόμενη ευρέως αισθητή σήμερα κλιματική αλλαγή, πριν από πενήντα χρόνια, δεν απασχολούσε σοβαρά τις συνειδήσεις των ανθρώπων. Η κλιματική αλλαγή εμφανίστηκε όμως, προχωρεί με εντεινόμενους ρυθμούς, αποκαλύπτοντας περίτρανα το γεγονός ότι εκείνο που θεωρούνταν δύσκολο έως αδύνατο να επισυμβεί, συνέβη. Η αμετροέπεια κι η κοντόφθαλμη αντίληψη των ανθρώπων την κατέστησε εφικτή. Έτσι σήμερα ο κόσμος ολόκληρος βλέπει με δέος τα ακραία καιρικά φαινόμενα, την τήξη των πάγων, την αστάθεια των ετήσιων εποχών, την ερήμωση περιοχών, την απειλή για τη βιοποικιλότητα και τις καλλιέργειες, αλλά και τις πλημμύρες, τις ανεξέλεγκτες πυρκαγιές και τη διαφοροποίηση των κλιματικών ζωνών του πλανήτη. Το ανθρώπινο είδος, δέσμιο στην αλαζονεία της εφευρετικότητας και της τεχνολογικής του δυνατότητας, κατάφερε ώστε όλα τα παραπάνω να γίνουν εφικτά μέσα στο τελευταίο τεσσαρακοστό του δευτερολέπτου. Το οικονομικό «παράδειγμα» που υιοθέτησε φαίνεται πως τον προδίδει[12]. Ο πλανήτης υποβαθμίζεται ποιοτικά αλλά και ποσοτικά. Στο μέλλον θα δούμε να διεξάγονται πόλεμοι για το νερό, το φαινόμενο του θερμοκηπίου να επιδεινώνεται, η τρύπα του όζοντος να μεγεθύνεται, το ζωικό βασίλειο να συρρικνώνεται κι η μοναξιά του ανθρώπου να γίνεται ανυπόφορη. Αν δεν συνειδητοποιήσουμε τα συμβαίνοντα και δεν κατανοήσουμε έγκαιρα ότι είμαστε το μόνο είδος που μπορεί να καταστρέψει τον ίδιο του τον εαυτό, τότε θα έχουμε καταφέρει να κάνουμε το ανέφικτο, εφικτό. Και τότε θα είναι αργά! Ακόμη κι αν καταφέρουμε, κι όχι βέβαια όλοι, καθώς γίναμε πάρα πολλοί, να μετακομίσουμε σε άλλον πλανήτη, στερούμενοι την ατελείωτη ομορφιά της Γης, την οποία ξεδιάντροπα θα έχουμε καταστρέψει.
 
Ένας καλύτερος κόσμος είναι αναγκαίος κι εφικτός. Η φράση αυτή δεν είναι καινούργια. Ακολουθεί αιώνες τώρα την ανθρώπινη περιπέτεια, με τον ανθρωποκεντρισμό δυστυχώς να πρυτανεύει. Αναμφίβολα κι ανέκαθεν ένας καλύτερος κόσμος θεωρούνταν αναγκαίος. Πολλά πράγματα έγιναν εφικτά, ενώ θεωρούνταν ανέφικτα, ενώ πολλά θεωρούμενα εφικτά έγιναν τελικώς ανέφικτα. Πρόκειται για ένα ατελείωτο «πάνε-έλα», που αποδεικνύει τη μετριότητα ενός είδους που αδυνατεί αλαζονικά να κατανοήσει ότι αποτελεί απλώς μέρος του ζωικού βασιλείου, της συνομοταξίας των σπονδυλωτών, της ομοταξίας των θηλαστικών, της τάξης των ανθρωποειδών, της οικογένειας των ανθρωπιδών, του γένους homo και του είδους homo sapiens. Τι σημαίνει όμως η λέξη «καλύτερος»; Τα ποσοτικά και ποικίλα ποιοτικά χαρακτηριστικά της λέξης αρκούν; Τι είναι εκείνο που, κατά κάποιον τρόπο ουσιαστικό, καθιστούσε ιστορικά τον κόσμο καλύτερο, παρά τις βασανιστικές και συχνά αποτρόπαιες παρενθέσεις της κοπιώδους πορείας του από το Σάββατο το βράδυ τα μεσάνυχτα παρά τρία λεπτά και μετά; Μα, προφανώς, ο σεβασμός της ζωής, ο σεβασμός της αξιοπρέπειας κι ο σεβασμός του δικαίου. Ένας καλύτερος κόσμος είναι αναμφίβολα αναγκαίος κι εφικτός. Θα είναι όμως καλύτερος αν δεχθούμε ανεπιφύλακτα τα λόγια του Κορνήλιου Καστοριάδη που έλεγε, διδάσκοντας τους φοιτητές του στη Σορβόννη: «Τίποτα δεν αξίζει όσο η ζωή, αλλά αν τίποτα δεν αξίζει περισσότερο από τη ζωή, τότε η ζωή δεν αξίζει τίποτα»[13].



[1] Γ.Θ. Χατζηκωνσταντίνου: «Από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου στην παγκόσμια οικονομική κρίση», στο Στην εποχή των αδιεξόδων, εκδ. Νησίδες, Θεσσαλονίκη 2014, σελ. 140-145.
Ζ.Δ. Παπαδημητρίου: «Η ανέγερση και η πτώση του τείχους του Βερολίνου», στο Στον αστερισμό της αβεβαιότητας, εκδ. Θερμαϊκός, Θεσσαλονίκη 2012, σελ. 82-89.
[2] Γ.Θ. Χατζηκωνσταντίνου: Το οικονομικό σύστημα και η εξέλιξή του, εκδ. Κριτική, Αθήνα 2009.
Γ. Ζαρωτιάδης: Νεοφιλελευθερισμός – Χυδαία απλός ή απλά χυδαίος; εκδ. Gutenberg, Αθήνα 2012.
[3] Γ.Θ. Χατζηκωνσταντίνου: Το οικονομικό σύστημα και η εξέλιξή του, op.cit., σελ. 141-188.
R. Passet: L’ illusion neo-liberale, ed. Fayard, Paris 2000.
[4] Γ.Θ. Χατζηκωνσταντίνου: Το οικονομικό σύστημα και η εξέλιξή του, op.cit., σελ. 156.
K. Dixon: Οι ευαγγελιστές της αγοράς, μτφρ. Καίτη Διαμαντάκου, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2000.
[5] Ζ. Παπαδημητρίου-Γ.Θ. Χατζηκωνσταντίνου: «Η κοινωνία της αγοράς: Ο νέος αντικειμενικός στόχος της νεοφιλελεύθερης αυταπάτης των μεγάλων επιχειρήσεων», στο Διεθνής και Ευρωπαϊκή Πολιτική-Τριμηνιαία Πολιτική και Οικονομική Επιθεώρηση, τεύχος 9, Ιανουάριος-Μάρτιος 2008, σελ. 305-318.
P. Bourdieu: Νόστιμον ήμαρ, Α. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1999, σελ. 107-111, 116-119, 153 κ.ε.
[6] R. Passet: Η νεοφιλελεύθερη αυταπάτη, μτφρ. Λάλα Αλκινόη, εκδ. Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη 2006, σελ. 23-24. «…Η μεταλλαγή, όμως, είναι ανατρεπτική, γιατί υποδηλώνει μια ποιοτική διαφοροποίηση που επαναπροσδιορίζει την ίδια τη λογική του συστήματος… Δεν επανερχόμαστε στις ισορροπίες του παρελθόντος μέσα από γνωστές διαδικασίες, αλλά ορίζουμε νέες συναλλαγές με καινούργιες μεθόδους».
Γ.Θ. Χατζηκωνσταντίνου: Οικονομική κρίση ή οικονομική εντροπία; εκδ. Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1984.
Βλ. και του ιδίου: «Από την ερμηνεία της κρίσης στη συνειδητοποίηση της μεταλλαγής», στο Πέρα από τη μηχανιστική αντίληψη στην οικονομική θεωρία, εκδ. Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1989, σελ. 119-130.
[7] Γ.Θ. Χατζηκωνσταντίνου: Το οικονομικό σύστημα και η εξέλιξή του, op.cit., σελ. 174.
Βλ. και του ιδίου: «La certitude arrogante de la pensée unique» – Ανακοίνωση στο 51ο Διεθνές Συνέδριο της A.I.E.L.F. στο Μαρακές, Ιούνιος 1999.
[8] Θ. Σκοπελίτου: «Παγκοσμιοποίηση και ευελιξία στην αγορά εργασίας», στο Μύθοι και πραγματικότητα την εποχή της παγκοσμιοποίησης, εκδ. Πατάκη (Συλλογικός Τόμος), Αθήνα 2003, σελ. 217-270.
Μ.Ν. Δελιβάνη: Συνωμοτική παγκοσμιοποίηση, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 2001, σελ. 194-200.
Βλ. και J. Ziegler: Η ιδιωτικοποίηση του κόσμου και οι νέοι κοσμοκράτορες, μτφρ. Ευάγγελος Δ. Νιάνιος, εκδ. Σύγχρονοι Ορίζοντες, Αθήνα 2004, σελ. 98-106.
[9] Γ.Θ. Χατζηκωνσταντίνου: «Στη σκιά του κυρίαρχου, μονοδιάστατου και πανούργου λόγου», εφημερίδα Το Βήμα των Ιδεών, Παρασκευή 7 Δεκεμβρίου 2007.
Βλ. και του ιδίου: «Από τον οικονομικό επιστημονικό πλουραλισμό στον μονολιθισμό του νεοφιλελεύθερου μονοδρόμου – Η οικονομική επιστήμη και οι εξελίξεις της» – Διάλεξη στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη 17/10/2011. Δημοσιεύτηκε στο Στην εποχή των αδιεξόδων, op. cit., σελ. 83-98.
[10] Ο αναγνώστης είναι χρήσιμο να μελετήσει επ’ αυτού συγγραφείς όπως: J. Ziegler: Η ιδιωτικοποίηση του κόσμου και οι νέοι κοσμοκράτορες, op. cit., P. Krugman: Η συνείδηση ενός προοδευτικού, μτφρ. Α.Δ. Παπαγιαννίδης, εκδ. Πόλις, Αθήνα 2007, R. Passet: Η νεοφιλελεύθερη αυταπάτη, op. cit., K. Dixon: Οι ευαγγελιστές της αγοράς, op. cit., κ.ά.
[11] R. Passet: L’ economique et le vivant, ed. Economica, Paris 1996, p. 67.
[12] Βλ. Γ.Θ. Χατζηκωνσταντίνου: Στα δεσμά του μυθοποιημένου οικονομικού παραδείγματος, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1998.
Μ. Μοδινός: Από την Εδέμ στο Καθαρτήριο, εκδ. Εξάντας, Αθήνα 1988.
J. De Rosnay: Le macroscope vers une vision globale, ed. Seuil, Paris 1975.
N.G Roegen: Energy and Economic Myths, ed. Pergamon Press, New York 1976.
N.G. Roegen: The Entropy Law and the Economic Process, ed. Harvard University Press, London 1981.
S. Faucheux-J.F. Noel: Les menaces globales sur l’ environnement, ed. La Decouverte, Paris 1990.
[13] Κ. Καστοριάδης: Η ελληνική ιδιαιτερότητα, Από τον Όμηρο στον Ηράκλειτο, εκδ. Κριτική, Αθήνα 2007, σελ. 159.

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.