Πανελληνιες Εξετασεις: η ηγεμονια της μετριοτητας

Γράφει ο Άγγελος Παληκίδης

Δεν θα αναφερθώ στις πάγιες, γνωστές σε όλους κατ’ έθος αποδεκτές εδώ και πολλά χρόνια αδυναμίες του συστήματος εισαγωγής στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Θα επισημάνω όμως ορισμένα νέα πολύ ανησυχητικά δείγματα που αποκαλύπτουν ότι χρόνο με το χρόνο η κατάσταση επιδεινώνεται. Θέλω να επισημάνω εξαρχής ότι οι αιτίες ασφαλώς είναι δομικές, ανάγονται δηλαδή στη φιλοσοφία και στις γενετικές αρχές του εξεταστικού συστήματος, υπάρχουν όμως και σοβαρές ατομικές και συλλογικές ευθύνες, οι οποίες πρέπει, επιτέλους, να μας απασχολήσουν σοβαρά. Αναφέρομαι στην Κεντρική Επιτροπή Εξετάσεων (ΚΕΕ) και στα άτομα που την στελεχώνουν και έχουν την ευθύνη επιλογής των θεμάτων και σύνταξης των οδηγιών, στα άτομα που συντονίζουν το έργο των βαθμολογητών στα κατά τόπους Βαθμολογικά Κέντρα και, φυσικά, στους ίδιους τους βαθμολογητές.
 
Πολλά από τα κείμενα που επιλέγονται –κατά κανόνα από το διαδίκτυο και όχι από βιβλία- στο μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας τα τελευταία χρόνια είναι προβληματικά. Για την ακρίβεια, τα καθιστούν προβληματικά οι παρεμβάσεις της Επιτροπής, η κοπτική-ραπτική, η οποία συχνά παραμορφώνει το νόημα, διαστρεβλώνει το πνεύμα του συγγραφέα, διασπά τη συνοχή και την αλληλουχία των ιδεών του. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του «κειμένου» του Δ. Μαρωνίτη. Από μια σειρά τεσσάρων επιφυλλίδων πάνω στη σχέση παιδείας και εκπαίδευσης, οι εισηγητές της ΚΕΕ δημιούργησαν ένα υβριδικό κείμενο, το οποίο είμαι βέβαιος ότι, αν ζούσε ο Δ. Μαρωνίτης, θα το αποκήρυττε. Με την ευκαιρία να σημειώσω, με όλο το σεβασμό στη μνήμη και στο έργο του μεγάλου δασκάλου, ότι ορισμένες εννοιολογικές αναφορές του για την παιδεία και την εκπαίδευση δεν ήταν ορθές, τουλάχιστον με βάση τις σύγχρονες θεωρητικές αρχές των παιδαγωγικών επιστημών.

Γιατί γίνονται αυτά; Κατά τη γνώμη μου, οφείλονται στην εμμονική τάση των μελών της ΚΕΕ να «ανακαλύψουν» κείμενα που δεν έχουν «διδαχθεί» πουθενά, ώστε να μην κατηγορηθούν ότι υπηρετούν αλλότρια συμφέροντα. Αυτό τους οδηγεί, κατά κανόνα, σε απολύτως ακατάλληλα κείμενα για το μαθησιακό επίπεδο των παιδιών, σχεδόν ακατάληπτα και προβληματικά. Προς αντιστάθμισμα, βάζουν ασκήσεις «εύκολες», γυμνασιακού επιπέδου, ώστε οι βαθμολογικές επιδόσεις να διατηρηθούν σε κανονικά επίπεδα. Πρακτική, φυσικά, που στερείται στοιχειώδους σοβαρότητας και που αποβαίνει σε βάρος κυρίως των μαθητών που αξίζουν περισσότερο.
 
Ανάλογα είναι, δυστυχώς, και τα κριτήρια επιλογής αδίδακτων κειμένων στα Αρχαία Ελληνικά. Στην προσπάθειά τους να βρουν απολύτως «άγνωστα» κείμενα, επιλέγουν είτε αποσπάσματα ακατανόητα και χωρίς νοηματική συνοχή, είτε καταφεύγουν σε αρχαίους συγγραφείς, όπως φέτος στον Αριστοτέλη, του οποίου η γλώσσα δεν ενδείκνυται για γραμματική και συντακτική ανάλυση, γι’ αυτό ακριβώς και δεν επιλεγόταν από συστάσεως εξετάσεων. Σε κάθε περίπτωση, η αξιολόγηση δεν παράγει δίκαιο αποτέλεσμα, δεν δίνει την ευκαιρία δηλαδή στους μαθητές με συγκροτημένες γνωστικές και αναλυτικές δεξιότητες να ξεχωρίσουν. Για να μην πω, τους οδηγεί σε σύγχυση και τελικά σε αποτυχία.
 
Μια δεύτερη σοβαρή αδυναμία είναι ότι χρόνο με το χρόνο αυξάνεται η έκταση των «απαιτούμενων» απαντήσεων. Π.χ. στις ερμηνευτικές ερωτήσεις των Αρχαίων Ελληνικών και στις ερωτήσεις της Ιστορίας απαιτούνταν πολυσέλιδα κείμενα (στη δεύτερη πάνω από 15 σελίδες!), τα οποία μόνο ένας μαθητής που είχε επιμελώς παπαγαλίσει θα μπορούσε να γράψει μέσα στο τρίωρο, χωρίς να «χρονοτριβεί» σε σκέψη, οργάνωση και διατύπωση. Είναι σα να επιλέγεται ως διαγωνιστικό άθλημα ο μαραθώνιος και ο δρόμος ταχύτητας μαζί. Προφανώς, η ασφυκτική συμπίεση του χρόνου έχει ως πρώτο θύμα την όποια κριτική σκέψη.
 
Θα προχωρήσω στα πιο ανησυχητικά. Η ΚΕΕ εξετάσεων απέστειλε αναλυτικές οδηγίες-πληροφορίες στα Βαθμολογικά Κέντρα, οι οποίες τελικά δεν οδηγούν στη διευκόλυνση, αλλά στη χειραγώγηση των βαθμολογητών. Διαγράφουν ένα ασφυκτικό περιοριστικό πλαίσιο «σωστών»-αποδεκτών απαντήσεων, το οποίο τελικά λειτουργεί ως βάναυσος κατασταλτικός μηχανισμός ενάντια στην πρωτοτυπία και τη φρεσκάδα της νεανικής σκέψης και των εναλλακτικών οπτικών. Μόνο ως ειρωνεία –για να μην πω, σαρκασμός- μπορεί να εκληφθεί το γεγονός ότι στην ‘Εκθεση ζητούσαν από τη μια ιδέες-προτάσεις για την ενίσχυση του παιδευτικού ρόλου του σχολείου και από την άλλη έστελναν στους βαθμολογητές αναλυτικούς καταλόγους «ορθών»-αποδεκτών τέτοιων προτάσεων! Αναρωτιέμαι σε ποιο στοιχειωδώς δημοκρατικό σύστημα εκπαίδευσης υποβάλλεται κατάλογος αποδεκτών ιδεών, ο οποίος μάλιστα συνιστά κριτήριο επιλογής φοιτητών. Πρόκειται για μια πρακτική που είχε καταργηθεί πριν από πολλές δεκαετίες στη χώρα μας και επανέρχεται εσχάτως. Ειλικρινά, θα ήθελα μια υπεύθυνη απάντηση. Ή μια γενναία αναγνώριση του σφάλματος.
 
Σε πολλά Βαθμολογικά Κέντρα σημειώθηκαν έντονες αντιδράσεις από εκπαιδευτικούς με βαθειά γνώση, εμπειρία και αίσθημα ευθύνης. Δυστυχώς, από ό,τι φαίνεται, δεν αποτελούν την πλειονότητα. Η βαθμολόγηση γίνεται από ένα σύνολο –για να μην πω, μάζα- μη καταρτισμένων, αναξιολόγητων (ως βαθμολογητών, για να μην παρεξηγούμαι), κακοπληρωμένων, απρόθυμων καθηγητών που εξαναγκάζονται, σχεδόν εκβιαστικά, να τελειώνουν μια ώρα νωρίτερα. Το τραγικό είναι ότι διορίζονται ως επικεφαλής-συντονιστές των μαθημάτων στα Βαθμολογικά Κέντρα εκπαιδευτικοί που δεν έχουν οι ίδιοι διδάξει ποτέ το μάθημα, του οποίου έχουν την ευθύνη.
 
Γιατί γίνονται όλα αυτά; Υπό μια διαστροφική αντίληψη, η επιτυχία των υπηρεσιών του υπουργείου και του ίδιου του υπουργού εξαρτάται από την ταχύτητα έκδοσης των αποτελεσμάτων και από το χαμηλό ποσοστό αναβαθμολογήσεων. Μόνο που κανείς (;) δεν αντιλαμβάνεται ότι και τα δύο χωριστά ή σε συνδυασμό, γίνονται κατορθωτά σε βάρος της ποιότητας της αξιολόγησης και κυρίως σε βάρος των παιδιών που το ελληνικό σχολείο δεν κατόρθωσε να «πολτοποιήσει».
 
Το ζήτημα λοιπόν δεν είναι μόνο το σύστημα των εξετάσεων ούτε ο βαθμός ευκολίας ή δυσκολίας των θεμάτων. Δεν ευθύνεται μόνο το σύστημα, όταν επιλέγονται θεματοδότες που δεν μπορούν να βγάλουν θέματα, συντονιστές που δεν μπορούν να συντονίσουν και βαθμολογητές που δεν μπορούν να βαθμολογήσουν. Ακόμη κι όταν το σύστημα αλλάξει, μοιραία θα αντικατασταθεί από ένα άλλο παρόμοιο. Το ζήτημα είναι πώς θα δημιουργήσουμε ένα σύστημα αξιολόγησης ποιοτικό, δίκαιο, παιδαγωγικά και επιστημονικά έγκυρο. Πάνω από όλα, όμως, ένα σύστημα στελεχωμένο από την κορυφή μέχρι τη βάση από καλά καταρτισμένους και υπεύθυνους εκπαιδευτικούς. Επειδή, είτε το θέλουμε είτε όχι, αυτοί είναι που θα πουν «ναι» ή «όχι» στα όνειρα των παιδιών μας. Και μάλιστα των παιδιών μας που δεν έχουν τη δυνατότητα να σπουδάσουν στο εξωτερικό.
 
• Ο Άγγελος Παληκίδης, είναι Επίκουρος Καθηγητής Διδακτικής της Ιστορίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης
 
Πηγή: www.kathimerini.gr

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.