«Οι ιστοριες της ζωης μας»

[με αφορμή μια θεατρική παράσταση]

Φιλιώ Χαϊδεμένου. Ένα όνομα που έμαθα πρόσφατα χάρη σε μια ενδιαφέρουσα και συγκινητική θεατρική παράσταση. Η ιστορία μιας Μικρασιάτισσας που ξεριζώθηκε βίαια από τον τόπο της, εγκατέλειψε χωρίς τη θέλησή της την πρότερη ζωή της και ξανάρχισε στον καινούργιο τόπο της προσφυγιάς να χτίζει από το μηδέν τη ζωή της. Ή μάλλον να χτίζει υπό του μηδενός. Γιατί η απώλεια σε προσδιορίζει με αρνητικό πρόσημο. Ξεκινάς από το μείον. Μείον το σπίτι, μείον οι συγγενείς, μείον οι φίλοι κι οι αγαπημένοι. Αφαιρετέες κι οι καθημερινές σου συνήθειες. Οι ήχοι, οι εικόνες, οι μυρωδιές της ρουτίνας σου. Κι άντε μετά να αποκτήσεις καινούργιες.

Δεν γίνεται όμως αλλιώς. Κι η κυρα-Φιλιώ το κατάφερε. Κι όχι μόνο ξανάχτισε από τα συντρίμμια μια καινούργια ζωή, αλλά στο χτίσιμο αυτό χρησιμοποίησε πέτρες και δοκάρια από την παλιά της ζωή. Ενσωμάτωσε στην καινούργια υπόστασή της μνήμες από το παρελθόν. Χαρές και πίκρες. Όλα τα θυμόταν: τις μέρες ευτυχίας στα Βουρλά, την οικογενειακή θαλπωρή, την έγνοια των γονιών και την αγάπη των αδελφών, αλλά και τις αποφράδες ημέρες της φωτιάς, του αίματος και του θανάτου. Κι ήθελε να τα θυμάται. Με πείσμα. Πείσμα που οδήγησε μέχρι και τη δημιουργία Μουσείου διαφύλαξης του μικρασιατικού πολιτισμού.
 
Αναρωτιέται κανείς τι ήταν αυτό που οδήγησε τη μακαρίτισσα πλέον Φιλιώ (έφυγε από τη ζωή υπεραιωνόβια, πριν από μια δεκαετία) να γραπωθεί τόσο σφιχτά από τις μνήμες της. Σίγουρα η επιθυμία της να μην ξεχαστεί ο ελληνικός πολιτισμός της περιοχής. Τα επιτεύγματα τόσων αιώνων μόχθου και δημιουργίας. Αλλά και η απόφασή της να θυμάται πάντα το πόση μεγάλη καταστροφή μπορούν να επιφέρουν λίγες στιγμές τυφλής οργής και κωφού μίσους. Που κάνουν τον άνθρωπο να μην βλέπει τον άλλον ως τον πρώην γείτονα, συνεργάτη, φίλο κι αδελφό. Να μην ακούει το κλάμα των παιδιών, τις φωνές των κοριτσιών, όπως η Φιλιώ, τα ουρλιαχτά των μανάδων. Δεν ξεχνιούνται, δεν πρέπει να ξεχνιούνται όλα αυτά. Το Μουσείο στη Νέα Φιλαδέλφεια που φέρει το όνομά της, τα βιβλία που εξέδωσε («Γιαγιά Φιλιώ, η Μικρασιάτισσα» και «Τρεις αιώνες, μια ζωή»), η θεατρική παράσταση που εμπνεύστηκε από αυτήν, με την εξαιρετική Δέσποινα Μπεμπεδέλη και τον ταλαντούχο Ζαχαρία Καρούνη, όλα αποτελούν απόπειρες διατήρησης της μνήμης ενός ανθρώπου.

 
Γιατί τα υλικά ενθυμήματα τα κτήρια, τα έργα τέχνης και δημιουργίας δεν επαρκούν για να γίνουν βίωμα ή έστω μνήμη. Χρειάζονται τους ανθρώπους, έστω και έναν μόνο. Χρειάζεται να τα εμφυσήσει η ζωή, ή τουλάχιστον η ανάμνησή της. Με άλλα λόγια, χρειάζονται να αποτελέσουν κομμάτια από ανθρώπινες ιστορίες. Τμήματα αφηγήσεών τους. Τότε μόνο κατανοεί το παρόν και το παρελθόν του ο άνθρωπος. Όταν μπορεί να το διηγηθεί σαν ιστορία. Ως ιστορία. Διότι αντιλαμβανόμαστε τους άλλους, τον κόσμο, τη θέση μας σε αυτόν, τον ίδιο μας τον εαυτό ως ιστορία. Από την αρχή της εμφάνισής του ο άνθρωπος με ιστορίες προσπαθούσε να καταλάβει το σύμπαν, τη λειτουργία του, τις κοινωνικές σχέσεις, ακόμη και τον βαθύτερο εαυτό του, τις επιθυμίες, τα όνειρα και τους φόβους του. Οι ιστορίες είναι η βάση, το θεμέλιο και ταυτόχρονα ο στόχος αναζήτησης στη θρησκεία, τη φιλοσοφία, την ψυχολογία, τη λογοτεχνία, ακόμη και την επιστήμη.
 
Δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς τις ιστορίες. Το παρόν μας δεν είναι τίποτε παρά μια συνεχώς μεταβαλλόμενη περιοχή επικάλυψης παρελθόντος και μέλλοντος. Η ίδια η ανθρώπινη υπόσταση συνιστά ένα σημείο τομής, πρόσκρουσης του παρελθόντος και του μέλλοντός μας: ποιοι ήμασταν και ποιοι θέλουμε να γίνουμε. Από πού ξεκινήσαμε και πού θέλουμε να φτάσουμε. Κι όλα αυτά ιδωμένα κι ερμηνευμένα μέσα από ιστορίες. Είναι πολύ σημαντικό να το κατανοήσουμε έγκαιρα αυτό. Ότι η ύπαρξή μας ως ατομικών και συλλογικών οντοτήτων περνά αναπόφευκτα μέσα από τη διήθηση της αφήγησης. Είμαστε αφηγηματικές κατασκευές. Μοιάζει δεσμευτικό αυτό, ωστόσο μπορεί να λειτουργήσει λυτρωτικά.
 
Λένε ότι δεν μπορούμε να αλλάξουμε το παρελθόν. Κι έτσι είναι. Μπορούμε όμως να το μετατρέψουμε στην ιδιότητά του ως αφηγήματος. Να αλλάξουμε τον τρόπο αφήγησής του, τις εσώτερες δομές του, την αιτιακή προσέγγισή του και εν τέλει την ερμηνεία του. Και κατ’ επέκταση τη δική μας ερμηνεία. Και κατόπιν να το αξιοποιήσουμε για να χτίσουμε το μέλλον μας. Να εγκιβωτίσουμε την αφήγηση του παρελθόντος σε αυτήν του μέλλοντος, με τρόπο που να μας πληροί και να μας εκφράζει. Γιατί τελικά μέσα από τις ιστορίες μας ζούμε. Ιστορίες που λέμε στους άλλους για μας και σ’ εμάς για τους άλλους. Στις καθημερινές μας σχέσεις, στον χώρο εργασίας, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αυτό κυρίως κάνουμε: διαχειριζόμαστε την ιστορία μας και προσπαθούμε να την εντάξουμε σε αυτές των άλλων, αυτών που μας ενδιαφέρουν, τουλάχιστον.
 
Μα είναι στο χέρι μας, επίσης, να αντισταθούμε στις αφηγήσεις των άλλων για εμάς, σε αυτές που προσπαθούν να μας προσδιορίσουν χωρίς τη θέλησή μας. Να απορρίψουμε τις κυρίαρχες αφηγήσεις της εποχής μας, εάν δεν μας ικανοποιούν, εάν τις βρίσκουμε άδικες, ψευδείς, ρατσιστικές και μονόπλευρες. Να αναλάβουμε την αυτοδιήγηση της ζωής μας. Τελικά, κι η Φιλιώ αυτό δεν έκανε; Φίλιωσε παρελθόν, παρόν και μέλλον μέσα από την ιστορία που αξίωσε η ίδια να γράψει γι’ αυτήν. Και μόνο γι’ αυτό θα άξιζε να την θαυμάζουμε.

 

*Ο Σπύρος Κιοσσές είναι φιλόλογος

google-news Ακολουθήστε το paratiritis-news.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.